Κυκλοφορούν...

Το Παράπονο του Οδυσσέα Ελύτη

Αναρωτιέμαι μερικές φορές:
Είμαι εγώ που σκέφτομαι καθημερινά ,πως η ζωή μου είναι μία; 
Όλοι οι υπόλοιποι το ξεχνούν; Ή πιστεύουν πως θα έχουν κι άλλες, πολλές ζωές, για να κερδίσουν τον χρόνο που σπαταλούν;
Ν' αντικρίζεις τη ζωή με μούτρα. Να περιμένεις την Παρασκευή που θα φέρει το Σάββατο και την Κυριακή για να ζήσεις. Κι ύστερα να μη φτάνει ούτε κι αυτό, να χρειάζεται να περιμένεις τις διακοπές. Και μετά ούτε κι αυτές να είναι αρκετές. Να περιμένεις μεγάλες στιγμές. Να μην τις επιδιώκεις, να τις περιμένεις. 
Κι ύστερα να λες πως είσαι άτυχος και πως η ζωή ήταν άδικη μαζί σου. 
Και να μη βλέπεις ,πως ακριβώς δίπλα σου συμβαίνουν αληθινές δυστυχίες που η ζωή κλήρωσε σε άλλους ανθρώπους. 
Σ' εκείνους που δεν το βάζουν κάτω και αγωνίζονται. 
Και να μην μαθαίνεις από το μάθημά τους. 
Και να μη νιώθεις καμία φορά ευλογημένος που μπορείς να χαίρεσαι τρία πράγματα στη ζωή σου, την καλή υγεία, δυο φίλους, μια αγάπη, μια δουλειά, μια δραστηριότητα που σε κάνει να αισθάνεσαι ότι δημιουργείς, ότι έχει λόγο η ύπαρξή σου.
Να κλαίγεσαι που δεν έχεις πολλά. 
Που κι αν τα είχες, θα ήθελες περισσότερα. 
Να πιστεύεις ότι τα ξέρεις όλα και να μην ακούς. Να μαζεύεις λύπες και απελπισίες, να ξυπνάς κάθε μέρα ακόμη πιο βαρύς.
Λες και ο χρόνος σου είναι απεριόριστος.
Κάθε μέρα προσπαθώ να μπω στη θέση σου. Κάθε μέρα αποτυγχάνω.
Γιατί αγαπάω εκείνους που αγαπούν τη ζωή. Και που η λύπη τους είναι η δύναμή τους.
Που κοιτάζουν με μάτια άδολα και αθώα, ακόμα κι αν πέρασε ο χρόνος αδυσώπητος από πάνω τους. 
Που γνωρίζουν ότι δεν τα ξέρουν όλα, γιατί δεν μαθαίνονται όλα. 
Που στύβουν το λίγο και βγάζουν το πολύ. 
Για τους εαυτούς τους και για όσους αγαπούν.
Και δεν κουράζονται να αναζητούν την ομορφιά στην κάθε μέρα, στα χαμόγελα των ανθρώπων, στα χάδια των ζώων, σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία, σε μια πολύχρωμη μπουγάδα.

Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν το κυνηγά
πάντα, πάντα θα 'ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.

Μπαλαούρο blogspot



Ένας Άγγλος που μιλάει σαν Έλληνας...

http://www.videoman.gr/50980


Δημήτρης Λιαντίνης / Dimitris Liantinis

«Το κριτήριο της ανθρώπινης αρετής δεν το δίνει ποτέ το περίσσευμα, αλλά πάντα το υστέρημα. 
Η τιμή, που προσδίνει στον πλούσιο ευεργέτη η ευεργεσία του, είναι άδηλο χάρισμα και το μόνο που ημπορεί είναι να τον απαλλάσσει από την κατηγορία, όχι όμως να τον φορτώνει και με τον έπαινο. 
Κανείς δεν ημπορεί να αποδείξει ότι ο χορτασμένος που δεν έκλεψε, δεν θα εγινόταν κλέφτης, εάν πεινούσε. 
Δεν είναι απόδειξη φιλοπατρίας και αλτρουισμού το ότι ο Σολωμός κάποιο μεσημέρι ακούγοντας το αδιάκοπο κανόνισμα του Μισολογγιού δεν έφαγε περιστέρια από τη λύπη του, αλλά ελιές. Και είναι τουλάχιστον ανόητη η τακτική αυτών που επιχείρησαν με τέτοιες κωμικότητες να υπερασπίσουν την ελληνοπρέπεια και τη φιλαλληλία του ποιητή. Τέτοιοι προπηλακισμοί από συνήγορους αχρηστεύουν τη διάθεση των κατηγόρων. 
Κανείς και για τίποτα δεν ημπορεί να υπερασπίσει τον πλούσιο. Μόνον εκείνοι, που γεννήθηκαν αθέλητα πλούσιοι και πεθάνανε ηθελημένα φτωχοί, ετίμησαν τον πλούτο.»


Δημήτρης Λιαντίνης – "Χάσμα Σεισμού".




ΕΡΩΤΑΣ

Νά σοῦ γλείψω τὰ χέρια, νὰ σοῦ γλείψω τὰ πόδια –
ἡ ἀγάπη κερδίζεται μὲ τὴν ὑποταγή.
Δὲν ξέρω πῶς ἀντιλαμβάνεσαι ἐσὺ τὸν ἔρωτα.
Δὲν εἶναι μόνο μούσκεμα χειλιῶν,
φυτέματα ἀγκαλιασμάτων στὶς μασχάλες,
συσκότιση παραπόνου,
παρηγοριὰ σπασμῶν.
Εἶναι προπάντων ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μας,
ὅταν ἐπιχειροῦμε νὰ κουρνιάσουμε σὲ δυσκολοκατάχτητο κορμί.

Ντίνος Χριστιανόπουλος
.....
Θα είμαστε φίλοι;

Ποια είμαι, δεν το ξέρω. 
Κάποτε ήμουνα ο τάφος για ένα κουνελάκι, 
ένα καλάθι του μπάσκετ στο γκαράζ, 
ένα λαχανί μπάλωμα, 
θάμνοι και δέντρα πασχαλιάς που τα σκαρφάλωναν μυρμήγκια. 
ήμουνα βραχόσκαλες και μια μυστήρια στέρνα, 
φωτιές από ξερόχορτα, 
ήμουν νεροπόλεμος και πινγκ-πονγκ στο υπόγειο. 
Ήμουν ένας μικρούλης άσπρος φράχτης, 
ένα κρεβάτι και μια σιφονιέρα σφένδαμνο που μοιραζόμουνα μ' αδέλφια, 
μια σκυλίτσα που τη λέγαν Σάντυ και χόρευε. 
Φίλους ήτανε εύκολο να βρεις. 
Σκαρφαλώναμε δέντρα, 
χτίζαμε χορτοκάλυβα, 
κυνηγούσαμε φίδια -και ονειρευόμαστε πολύ. 
Θα είμαστε φίλοι, πέρα από χρόνια παιδικά;

Ποια είμαι, δεν το ξέρω. 
Κάποτε ήμουν εύκολη να με προβλέψεις. 
ήμουνα μορφωμένη, εκπαιδευμένη, 
μ' αγαπούσαν -όχι όπως ήμουνα, μα όπως έδειχνα να είμαι. 
Ο ρόλος μου ήταν ο ασφαλής μου τρόπος για να κρύβομαι. 
Δεν είχα λόγο ν' αλλάξω. 
Με παραδέχονταν. Τους ευχαριστούσα. 
Τότε, άξαφνα σχεδόν, άλλαξα. 
Τώρα είμαι λιγότερο σίγουρη, μα πιότερο ο εαυτός μου. 
Ο ρόλος μου σχεδόν εξαφανίστηκε. 
Οι ρίζες μου δεν είν' στην εκκλησιά μου, τη δουλειά μου, την πόλη μου, 
ούτε καν στον κόσμο μου. 
Είναι μέσα μου. 
Φίλους δεν είναι εύκολο να βρεις -και ονειρεύομαι πολύ. 
Θα είμαστε φίλοι; Πέρα από ρόλους. 

Ποια είμαι, δεν το ξέρω. 
Είμαι πιο μόνη από πριν, κομμάτι ζώο, 
μα όχι προστατευμένο από ένστικτα ούτε περιορισμένο από την όρασή του μόνο. 
Είμαι και κομμάτι πνεύμα, όμως σπάνια ελεύθερο, 
περιορισμένο από τη γεύση, την αφή, το χρόνο με μια λαχτάρα για τη ζωή ολάκερη. 
Δεν υπάρχει ασφάλεια. Η ασφάλεια είναι επανάληψη και φόβος, 
η αναβολή της ζωής. 
Η ασφάλεια είναι προσδοκίες και δεσμεύσεις 
και πρώιμος θάνατος. 
Με την αβεβαιότητά μου ζω. 
Υπάρχουνε μπροστά βουνά να σκαρφαλώσω, σύγνεφα να καβαλήσω, 
αστέρια να εξερευνήσω, και φίλοι για να βρω. 
Υπάρχω μόνο εγώ -και ονειρεύομαι πολύ. 
Θα είμαστε φίλοι, πέρα από ασφάλεια; 

Ποια είμαι, δεν το ξέρω. 
Δεν ψάχνω μέσα στην ανάγκη, στο κενό, 
μα σ' έναν πόθο που όλο μεγαλώνει. 
Το κενό ψάχνει για οποιαδήποτε φωνή για να γεμίσει, 
για οποιαδήποτε μορφή να διώξει το σκοτάδι. 
Το κενό μας φέρνει πλήθη και σκιές που αναπληρώνονται εύκολα. 
Η ολοκλήρωση μας φέρνει έναν φίλο, μοναδικό, αναντικατάτατο. 
Δεν είμαι τόσο άδεια όσο πριν. 
Έχω τη θάλασσα, τον άνεμο, τη μουσική και τα βιβλία, 
τη δύναμη και τις χαρές του μέσα, 
και τη νύχτα. 
Δεν είναι ανάγκη η φιλία πια, αλλά πανηγύρι. 
Δεν είναι ιεροτελεστία, αλλά πραγματικότητα. 
Δεν είναι απαίτηση, αλλά προτίμηση. 
Η φιλία είναι εσύ κι εγώ -και ονειρεύομαι πολύ. 
Θα είμαστε φίλοι, πέρα από ανάγκη; 

Ποια είμαι; Δεν το ξέρω. 
Ποιος είσαι; Θέλω να μάθω. 
Δεν είπαμε τα κάλαντα μαζί, δεν πήγαμε στο ίδιο το σχολείο. 
Δεν είμαστε από την ίδια πόλη, τον ίδιο Θεό, ούτε καν τον ίδιο κόσμο. 
Δεν υπάρχει ρόλος για να παίξουμε, 
ασφάλεια να προσφέρουμε, 
δέσμευση να κάνουμε. 
Δεν περιμένω απάντηση καμιά 
έξω απ' την παρουσία σου, 
τα μάτια σου, 
εσένα. 
Η φιλία είναι λεύτερη, 
κυλάει, 
είναι σπάνια. 
Δεν θέλει ερεθισμούς, 
είναι ερεθισμός η ίδια. 
Εμπιστεύεται, καταλαβαίνει, 
αναπτύσσεται, εξερευνά, 
χαμογελάει και κλαίει. 
Δεν κρεμιέται ούτε εξουθενώνει, 
δεν περιμένει ούτε απαιτεί. 
Είναι - και αυτό είναι αρκετό - 
και ονειρεύεται πολύ. 

Θα είμαστε φίλοι; 

Μέρος 2

Θα είμαστε φίλοι; 
Υπάρχουν τόσοι λόγοι 
που δεν θα έπρεπε ποτέ να δεχτείς.
Είναι φορές που είμαι σκυθρωπός, 
οξύτατα ευαίσθητος
και ντροπαλός ακόμα.
Ο φόβος μου ξεσπάει σα θυμός.
μου είναι τόσο δύσκολο να δώσω.
μιλάω πολύ για μένα όταν φοβάμαι 
κι ίσως περάσει η μέρα
χωρίς να έχω τίποτα να πω.

Μα θα σε κάνω να γελάς
και θα σε αγαπάω,
και μέσα στη λύπη σου
θα σ' έχω αγκαλιά.

Κλαίω σχεδόν λιγάκι κάθε μέρα 
γιατί με νοιάζει πιότερο
απ' όσο φαντάζονται οι άλλοι.
Κι αν μερικές φορές 
την τρυφερή μου πλευρά αποκαλύψω
(το πιο ζεστό και μαλακό κομμάτι μου πο'χω)
αναρωτιέμαι: θα είμαστε φίλοι;

Ένας φίλος,
που πέρα από όρκους ή δεσμούς
τη μυστική γωνιά μου θε ν' αγγίζει,
εκεί, που εγώ είμαι πράγματι εγώ,
τα χείλη που ικετεύουν να γνωρίζει,
τον πόνο μέσ' στα μάτια όταν θρηνώ.
Που δεν θα φύγει σαν με δει μέσα στο δρόμο
κομματιασμένο απ' του χαμού το μερτικό,
μα θα σταθεί και εκεί κοντά μου θε να μείνει
να μου μιλήσει για την ομορφιά
που είχα κάποτε εγώ.

Θα είμαστε φίλοι;
Υπάρχουν τόσοι λόγοι
που δεν θα' πρεπε ποτέ να το δεχτείς.
Συχνά παραείμαι σοβαρός, ψυχρά απομακρυσμένος.
Ποτέ ο ίδιος ακριβώς,
κι όλο μου φαίνεται θα αλλάζω και θ' αλλάζω.
Καυχιέμαι, κομπορημονώ,
σαν το παιδί την προσοχή ζητάω.
κατσούφης γίνομαι, έχω άγριο θυμό,
κι ώρες πολλές τη γκρίνια μου κρατάω.

Μα θα σε κάνω να γελάς
και θα σε αγαπάω
και μέσα από το φόβο σου
θα στέκομαι κοντά σου.
Τρέμω σχεδόν λιγάκι κάθε μέρα
γιατί φοβάμαι πιότερο απ' όσο φαντάζονται οι άλλοι.
Κι αν μερικές φορές 
την τρυφερή μου πλευρά αποκαλύψω 
(το αγχωμένο μου κομμάτι π'όλο κρύβω),
αναρωτιέμαι:
Θα είμαστε φίλοι;

Ένας φίλος
που όταν σε φοβάμαι και σε σπρώχνω
σε πείσμα της ασκήμιας μου, θα μείνεις
να μοιραστείς ό,τι απέμεινε από μένα.
Πού όταν κανείς δεν θα γνωρίζει τ'όνομά μου,
σαν δε θα νοιάζεται κανένας πια για μένα,
για όσα έκανα κι όσα δεν έχω κάνει,
κι όλοι που σε κείνους βασιζόμουν
το βάλουνε στα πόδια και μ'αφήσουν.
Όταν δεν θα έχει μείνει τίποτα δικό μου,
ούτε ακόμα αυτή η λεπτότητα κι οι χάρες,
εσύ παρ'όλα αυτά, θα'σαι κοντά μου.

Θα είμαστε φίλοι;
Δεν έχω λόγο σοβαρό,
απλά μονάχα στο ζητάω.


(κυκλοφορεί στο διαδίκτυο σε διάφορα blogs)
******************************************************

Category Archives: Σκόρπιες ιδέες

By Κοινωνικό Καφενείο
Κατερίνα Γώγου 
Θα ‘ρθεί καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι
που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη
- μη βλέπεις εμένα – μην κλαις. Εσύ είσ’ η ελπίδα
άκου θα ‘ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουνε γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη.
Δε θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απέξω.
Και τη δουλειά
θα τη διαλέγουμε
δε θα ‘μαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια.
Οι άνθρωποι – σκέψου! – θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες.
Να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές
απροσάρμοστοι καταπίεση μοναξιά τιμή κέρδος εξευτελισμός
για το μάθημα της ιστορίας.
Είναι Μαρία – δε θέλω να λέω ψέματα -
δύσκολοι καιροί.
Και θα ‘ρθουνε κι άλλοι.
Δεν ξέρω – μην περιμένεις κι από μένα πολλά -
τόσα έζησα τόσα έμαθα τόσα λέω
κι απ’ όσα διάβασα ένα κρατάω καλά:
“Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος”.
Θα την αλλάξουμε τη ζωή!
Παρ’ όλα αυτά Μαρία.

***************************



-Μια ιδιαίτερα τρυφερή φωτογραφία, που συμβολίζει την φρίκη του πολέμου, ανέβασε το Σαββατοκύριακο στο λογαριασμό της στο Twitter η δημοσιογράφος Λίζα Δουκακάρου: ένα κοριτσάκι που ζωγράφισε με κιμωλία τη νεκρή στον πόλεμο μητέρα της και στη συνέχεια μπήκε μέσα στη ζωγραφιά για να απολαύσει την αγκαλιά της.


*********************************************



ΣΑΣ ΑΦΗΣΑ ΜΗΝΥΜΑ | Κική Δημουλά
Ἐμπρὸς ἐμπρὸς μὲ ἀκοῦτε; Ἐμπρὸς
ἀπὸ μακριὰ τηλεφωνῶ. Δὲν ἀκούγομαι
τί, ξεφορτίστηκε ἡ ἀπόσταση;
Ἀπὸ κινητὸ διάστημα μιλᾶτε;
Νὰ ξαναπατήσω τὸ μηδέν; Κι ἄλλο;
Μὲ ἀκοῦτε τώρα;
Ναὶ μου δίνετε σᾶς παρακαλῶ τὴ μαμά μου;
Τί ἀριθμὸ πῆρα; Τὸν οὐρανὸ
αὐτὸν μοῦ ἔχουν δώσει. Δὲν εἶναι κεῖ;
Μπορῶ νὰ τῆς οὐρλιάξω ἕνα μήνυμα;
Εἶναι μεγάλη ἀνάγκη πεῖτε της
εἶδα στὸν ὕπνο μου ὅτι πέθανε κι ἐγὼ
μικρὸ παιδὶ κατουρημένο γοερὰ
μούσκεμα ὁ φόβος ὡς ἀπάνω
κι ἀκόμα νὰ στεγνώσει.
Νὰ ῾ρθεῖ νὰ τὸν ἀλλάξει.
Ἂν δὲν μπορέσει, τῆς λέτε ἀκόμα ὅτι
ὡρίμασε ἐκείνη ἡ παλιὰ φοβέρα της
πὼς θὰ μὲ φάει ὁ γέρος ἂν δὲν τελειώσω
τὸ φαγητό μου.
Ὡρίμασε ἔγινα γεῦμα γήρατος.
Ὄχι σὲ ταβερνάκι ὀνείρου.
Σὲ κάποιο λαϊκὸ μαγέρικο ποὺ ἄνοιξε
ὁ καθρέφτης.

**********************************************






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου