Γιώργος Σ. Πολίτης-συγγραφέας



One night stand

Πίσω από την ένταση της στιγμής στάθηκε η ορφάνια του λεπτού εκείνου που απαιτούσε την ευμάρεια των συναισθημάτων μας. Την υποτιθέμενη έστω εκείνη ευμάρεια που θα δήλωνε περηχαρίς πως οι ώρες και ο ιδρώτας που σπαταλήθηκε πως ήταν παραγωγικός. Γιατί μετά την πτώση του σθένους πάντοτε χρειάζεται εκείνο το μαξιλαράκι της σύμπνοιας πως οι δύο μας βρε παιδί μου δεν βρεθήκαμε από κάποια τύχη απλή, απλά κατόπιν συνομωσίας ολόκληρου του σύμπαντος. Μιλήσαμε, τα είπαμε καθαρά οι δυό μας και κατόπιν αφού τα ταιριάξαμε πρόχειρα, είπαμε να βρεθούμε όπως η φύση επιτάσσει και όχι όπως η στρεβλάδα του ποτού σε εκείνο το μπαρ που φέρνει κάμποσο σε ναυάγιο κληρουχίας πρώτα και ύστερα, σε κάποιο άλλο περισσότερο συνεπές μαγαζί.

Η πράσινη άχλη που έπαιρνε να στεριώνει στις αρθρώσεις μας ήταν καί εκείνος ο κινητήριος μοχλός ή η αιτία που έκανε την συναίσθηση της ξεχασιάς να ορίζει και να χαράσσει εκτός από πορείες και φόβους, πως θα μετατρεπόταν σε αγκύλωση όλο το πανηγύρι του έρωτα της ζωής μας που από την σαστισμάρα του λέει, θα κατέληγε ίσως και τώρα, σε χορό λαθεμένων βημάτων και άρα σε φιάσκο περιωπής μεγάλο και τρανό.

Ενδώσαμε και παίξαμε στα όρθια κάνοντας κάποιους σπουδαίους του είδους εραστές, που ποτέ δεν είχαν εξοκείλει από όλα τα ειωθότα που κόσμου, σε επιστήμονες του είδους μασκαρευτήκαμε. Καταφέραμε και κρατήσαμε μέσα σε όλο το πήγαινέλα των σωμάτων μας την έπαρση της σιγουριάς και την άλλη την κουλτούρα της ήπιας σιωπής, καθότι έμπειροι πια δαμαστές της αλλοφροσύνης του έρωτα καταφέρναμε αβίαστα να σταθούμε στο ύψος της περίστασης. Στα όρθια όπως αρμόζει σε δύο εξαιρετικούς ανθρώπους-εραστές.

Η μάσκαρα στα μάτια σου και το ύφος το δικό μου συναγωνιζόταν σε τελειότητα την εξαίρετη στάση μας. Δύο άτομα πέραν πάσης υποψίας. Δύο άτομα που πράττουν το γενετήσιο τους ρυθμό επειδή έτσι η μοίρα το θέλησε και, το ξέσπασμα ήπιο, όπως θα έπρεπε να καθρεφτίζεται σε πρόσωπα ανθρώπων της πιάτσας που έχουν μάθει να βάζουν χαλινάρια πέτσινα σε όλες τις ανάρμοστες ιαχές που δηλώνουν πτώση, ανάγκη ή υποταγή. Τα πάντα ελεγχόμενα. Η λέξη υποκρισία δεν χωρεί ανάμεσά μας, καθώς εμείς πλέον έχουμε ξεπεράσει και αυτήν.

Και έρχεται εκείνο το λεπτό το ύστερο όπου και θα πρέπει να κάνουμε τις συστάσεις γιατί δεν είμαστε ζώα κι ούτε που θα φοβόμασταν ποτέ να αντικρίσουμε την αλήθεια στα μάτια.

«Με λένε Μάγια»

«Κι εμένα Αναστάση και χάρηκα να ξέρεις»

«Κι εγώ Αναστάση χάρηκα που τα είπαμε»

«Τα λέμε ε…»

«Ναι, τα λέμε bye»





                                   Μαντάμ Μπονζενί (διήγημα)


 Ο μικρός Ρενέ ένοιωθε τα χέρια της γυναίκας να περνούν πίσω από τα αυτιά του την ώρα που το ψαλίδι της κορφολουγούσε τις μικρές ουρίτσες των ανένταχτων μαλλιών του. Την άκουγε να λέει πως, πω πω δεν τα βλέπω ποτέ δεν να στρώνουν και πως πάντα θα πετούσαν σαν καρφιά ή σαν πουλιά θυμωμένα στον ουρανό. Ο Ρενέ από όλα αυτά κράταγε μόνο τον ήχο της φωνής της και πετούσε όλα τα νοήματα των λόγων της στο καλάθι των περιττών του μυαλού του. Μακάρι να μάκραιναν τακτικότερα τα ρημάδια του. Χίλιες φορές μακάρι.

Η μαντάμ Μπονζενί ντυνόταν πάντοτε με το ίδιο τρόπο τουλάχιστον στο μαγαζί της μέσα. Όποτε την έφερνε στην φαντασία του, εκείνη αποδεχόταν το κάλεσμά του και του ερχόταν ντυμένη με κείνον τον αεράτο τρόπο που ο Ρενέ πίστευε πως ήταν εξαιρετικά προϊδεασμένος.

Το ντεκολτέ του περίεργου κοκκινωπού φορέματός της, που δεν το έλεγες με τίποτα κόκκινο, άρχιζε με εκείνα τα όμορφα γιακαδάκια στην βάση του μυρωδάτου λαιμού της και τελείωνε μερικούς πόντους κάτω από την γραμμή του λευκού στήθους της, σε εκείνα τα λευκά κουμπάκια. Τα πετάγματα του ποδόγυρού του φουστανιού της στις βιαστικές της κινήσεις, αποτελούσαν μέρος μιας πολύ πονηρής χορογραφίας, δοκιμασμένης σίγουρα μπροστά από κάποιο μεγάλο καθρέφτη του σπιτιού της, ξανά και ξανά. Το μικρό τρέμολο της σάρκας της στο κάτω μέρος των μπράτσων της και στο γελάκι της το ξαφνικό που στόλιζε με φρεσκάδα όλη της την παρουσία, δεν της τα χρέωνε. Αυτά είχε η μαντάμ Μπονζενί από μόνη της. Το γέλιο και η χαρά της ανήκαν και αυτά παρέα με όλο της το μαγαζί που ήταν κι αυτό όμορφο. 

Πριν περάσει καλά-καλά το κατώφλι του ο Ρενέ, μπορούσε να νιώσει και την μυρωδιά του εσωτερικού του και το ανεξήγητο σφίξιμο στο στομάχι του. Σαν να ετοιμαζόταν για κάτι πολύ σπουδαίο που δεν θα έπρεπε να αποτύχει. Κάτι τόσο σπουδαίο και σοβαρό, που από την μια το απόδιωχνε ως βαριά ευθύνη ή υποχρέωση και από την άλλη το λαχταρούσε όσο τίποτα άλλο στην ζωή του. Ααα, θα πρέπει να ήταν πολύ τυχερή η κυρία Μποζενί με όλα αυτά που είχε. Πολύ τυχερή.

Πόσο να ήταν ο Ρενέ, δώδεκα; Ελαφριά δεκατρία; Αλλά έλεγε δεκατέσσερα με το ύφος του δεκαπεντάρη. Σοβαρός.

«Πώς πας στο σχολείο Ρενέ;»

Η φωνή της μαντάμ Μπονζενί είχε κάτι από την ομορφιά της Ορλί Βολερόν της μεγάλης τραγουδίστριας των ερωτικών τραγουδιών που άρεσε σε όλους τους μεγάλους του κόσμου, αλλά και σε εκείνον. Η φωνή της κυρίας Μπονζενί ξεκινούσε σαν την φωνή της μεγάλης ντίβας, στρωμένη στα απαλά μπάσα της βελούδα και τελείωνε συστρεφόμενη επάνω στα καλύτερα μετάξια της ανατολής. Υποσχόταν συνεχώς συνέχειες που χρειαζόταν τεράστιο θάρρος, επισκεπτήρια, μπιλιετάκια, που έμοιαζαν όλα με μικρές κόκκινες αδιάντροπες γλωσσίτσες, αλλά ποτέ δεν κρατούσε τον λόγο της, ποτέ δεν ενέδιδε σε καμιά από τις ασαφείς υποσχέσεις της, σαν την επαγγελματία απατεώνισσα που μόνο τάζει γελάει και χάνεται μέσα στον χρόνο που φθίνει… Αα, ο Ρενέ θα ήθελε να ήταν η μαντάμ Μπονζενί, όχι για τίποτα άλλο, αλλά για να μπορεί να αγγίζει σαν δικά του, όλα εκείνα που ονειρευόταν τα περισσότερα βράδια.

«Καλά μαντάμ Μπονζενί. Καλά τα πάω στο σχολείο» Η φωνή ήταν γεμάτη γρέζια. Γεμάτη από κοφτερά μισητά και γεμάτα παιδικότητες γρέζια.

«Είμαι σίγουρη πως τα πας Ρενέ.»

Η μαντάμ Μπονζενί θα ήταν λίγο μικρότερη από την μάνα του. Διατηρούσε εκείνο το κομμωτήριο στην οδό Σαμφιορέ 17 στο τέλος όλων των ακριβών κεντρικών καταστημάτων που από τις βιτρίνες τους περνούσε υποχρεωτικά όλος ο καλός κόσμος της πόλης του Κλυσύ. Στην διασταύρωση με την λεωφόρο Μπερμόντ. Εκεί, πίσω από τις κροκί ελαφρές κουρτίνες που άφηναν να περνούν μονάχα τα σχήματα των πελατών στο έξω κόσμο, διατηρούσε ένα καλό όνομα και μία βαθιά ιστορία, καθώς πολλά λεγόταν...

Αυτέ οι κροκί κουρτίνες λοιπόν, έβαζαν σε υποψίες τον Ρενέ. Τον έκαναν να φαντάζεται -και αυτό μεταξύ μας- πως εκεί μέσα γινόταν πάρα πολλά πράγματα. Γύμνιες και τέτοια δηλαδή. Στα σίγουρα τα βράδια η Μαντάμ Μποζενί θα κούρευε τους κυρίους γυμνή, φορώντας μόνο κάποια δαντελένια εσώρουχα από εκείνα που προτιμάνε εντελώς άγνωστους λόγους οι γυναίκες. Σε αυτό σημείο ήταν χαζές. Μα εντελώς χαζεμένες… Ο πισινός της θα ήταν μαλακός. Και ζεστός. Βέβαια, δεν θα μπορούσε να μην είναι ζεστός. Θα την έπιαναν την ώρα που τους κούρευε στα.. στα βυζιά!

«Ρενέ θα μου πεις τι σκέφτεσαι;»

Τα αγγίγματα της μαντάμ κατάφερναν και μετέφεραν όλο της το αψεγάδιαστο εαυτό με κάποιον τρόπο που δεν θα μπορούσε παρά είναι μαγικός μέσα σε ολόκληρο το κορμί του. Η σάρκα της ήταν πράγματι μαλακή. Μαλακή σαν βούτυρο και πολύτιμη, Έτσι θαρρούσε.

Ο Ρενέ το πήρε απόφαση. Οι μαλακές και θερμές σάρκες των γυναικών, ήταν ο ό,τι το καλύτερο είχε να επιδείξει ο πλανήτης!

Ο Ρενέ έσπρωξε με τρόμο, τον αγκώνα του λίγο παρά έξω. Το ύψος του μπράτσου της καρέκλας του, έφτανε ακριβώς στην συμβολή των τριών σημείων. Στην ένωση των ποδιών της και του χαμηλού της κοιλιάς της. Εκεί ακριβώς που οι γυναίκες είχαν εκείνο το σπουδαίο τους πράγμα. Πώς να ήταν της μαντάμ Μπονζενί εκείνο το πράγμα;. Μεγάλο τα σίγουρα θα ήταν και πολύ φουντωτό. Τόσο χρονών γυναίκα. Πάντως ήταν και λίγο δύσκολα όλα αυτά. Τι λίγο, πολύ. Πολύ, μέχρι και κάμποσο τρομαχτικά…

Η μαντάμ κινιόταν χωρίς να δίνει σημασία. Πίεζε την συμβολή της στον σκληρό αγκώνα του Ρενέ σαν να ήταν το πλέον φυσικό πράγμα. Έφευγε και ξαναρχόταν και ο Ρενέ άπλωσε πόντο-πόντο το χέρι του όλο και περισσότερο. Όλο και παραέξω.

Λες να της αρέσει; Δεν μπορεί να μην το έχει καταλάβει, αλλά εάν το έχει καταλάβει και θέλει, γιατί πηγαίνει από την άλλη; Λες να μην της αρέσει; Να πάει να πει τίποτα στην μάνα μου; Ο γιός σας μου έπιασε εκείνο; Τον κούρευα και μου επιτέθηκε με τον αγκώνα του μέσα στην συμβολή των μαλακών ποδιών μου; Ο γιός σας μαντάμ Μαρί μου έκανε ανάρμοστες πράξεις με το αγκώνα του ανάμεσα στα τρυφερά μου πόδια; Να γίνει κάποιο πηγαδάκι μανάδων εγώ το θέμα της ημέρας;

«Έτοιμος Ρενέ.»

Η μαντάμ Μπονζενί τράβηξε την πεσέτα από επάνω του και του χάρισε το γλυκύτερο χαμόγελό της. Ο Ρενέ πίστεψε πως μια γυναίκα σαν και αυτήν δεν θα μπορούσε ποτέ να μυρίζει άσχημα. Δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει κακή, δεν θα είχε ποτέ την δύναμη να μαλώσει κανένα άνθρωπο…

Ο Ρενέ της έδωσε τα αντίτιμο σε φράγκα, την ευχαρίστησε και βγήκε στο δρόμο με την σιγουριά πως αν ποτέ επρόκειτο να παντρευτεί, θα διάλεγε μια γυναίκα σαν και του λόγου της. Κομμώτρια, με χέρια απαλά, με ωραία μυρωδιά και μαλακιά σάρκα. Μια σαν την μαντάμ Μπονζενί…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης




                                     Το κράτος δικαίου

Έχεις λεφτά. 
Σαν κυβέρνηση το ξέρω. Εγώ δεν έχω. Και δεν έχω, γιατί τα σπατάλησα, τα δώρισα εκεί που δεν έπρεπε μέσω των εκπροσώπων μου. Τα κακοδιαχειρίστηκα βρε αδελφέ, κουβέντα θα ανοίξουμε; 
Τώρα εμένα μου χρειάζονται τα λεφτά που έχεις εσύ και τα θέλω ώστε να εξακολουθώ να τζογάρω το μέλλον σου. Μπορεί σαν σύνολο ανθρώπων μορφωμένων να μην δικαιούμαι των ελαττωμάτων σου, πονηριά, ιταμότητα, αδικία, που εσύ σαν απλός λαός -εν μέσω όλων των άλλων καλών και κακών έχεις-, αλλά τα οικειοποιούμαι γιατί μπορώ να το κάνω και μπορώ, διότι εφευρίσκω λόγους. 
Αααα βέβαια, ανέκαθεν ήμουν εφευρετική, εφευρετική και ηλίθια συνάμα, γιατί ενώ σε κλέβω, σου κτυπάω φιλικά την πλάτη δείχνοντάς σου τ' αστέρια, πιστεύοντας πως είσαι χαζός, αλλά και πάλι, δικαίως το νομίζω, γιατί  με έχεις ψηφίσει τόσες φορές και είμαι σίγουρη πως θα εξακολουθείς να το κάνεις. Χαχαχαχα.  Το λένε και οι δημοσκοπήσεις βρε χαζό… Αχ Θεέ μου γέλασα. Να είσαι καλά…
Ας σοβαρευτούμε λιγάκι τώρα να δουλέψουμε να βρούμε χρήμα. 
Πήρες ακίνητα; Πήρες.
Θα πληρώσεις λοιπόν. Αν δε έχεις να πληρώσεις θα σου πάρω τα σπίτια. Θα σου βάλω τόσους φόρους, ώστε να μην έχεις να μου τους αποδώσεις και θα στα πάρω με τον νόμο.
Τι δεν καταλαβαίνεις ; Εσύ δεν με ψήφισες; Εσύ δεν θα με ξαναψηφίσεις; Δεν την γνωρίζεις τη γλώσσα μου;
Τώρα βεβαίως εσύ από την μεριά σου δικαιούσαι να δυσανασχετείς. Δικαιούσαι και να θυμώνεις. Βεβαίως και δικαιούσαι. Αν θέλεις ακόμη θα μπορείς και να φωνάζεις. Δυνατά! Δημοκρατία δεν έχουμε; Κι άμα δεν σου φτάνουν οι φωνές, βρίσε με κιόλας. Έχω ακούσει τόσες βρισιές που τις έχω συνηθίσει… 
Άκου να μαθαίνεις λοιπόν. Κανείς δεν έπαθε κάτι από το βρίσιμο. Το βρίσιμο, το μόνο που κάνει σε αυτόν που το τρώει, είναι να του λερώνει την τσίπα. Την περίπτωση να μην έχουμε τέτοια τη σκέφθηκες; Σε καλό μας σήμερα. Ευθυμήσαμε πάλι. 
Δεν μου λες; Ότι ήθελα να κάνω, δεν το έκανα και μάλιστα με απολύτως νόμιμο τρόπο; Δεν ψηφίστηκε στην βουλή κάθε μου απόφαση; Δεν ακολουθήθηκαν οι δημοκρατικές διαδικασίες; Μήπως έχει κανείς αντίρρηση; Όχι. Ωραία.
Άκου ανθρωπάκο τώρα τι σκέφτηκα!
Όποιος μου χρωστάει και δεν με πληρώνει -για τους λόγους που ασφαλώς και δεν με ενδιαφέρει- θα του παίρνω τα λεφτά από τους λογαριασμούς που διατηρεί στα καταστήματά μου. Στις τράπεζες ντε… 
Κρυφοκοιτάω το λογαριασμό σου λοιπόν -γιατί το απέκτησα το δικαίωμα να το κάνω- και τι να δω;
Έχεις λίγα. Διάολε. Και τώρα; Για να σκεφθώ… Για να σκεφθώ…
Το βρήκα!
Κανένα πρόβλημα. Κανένα. Σου παίρνω και λεφτά που έχεις και το σπίτι και πατσίζουμε.
-Τι δεν καταλαβαίνεις ρε άνθρωπε και πάλι; Δεν μου χρωστάς 30.000 χιλιάρικα; Μου χρωστάς. Ωραία. Έχεις 5.000 μετρητά και εκείνο το σπίτι στα Μελίσσια. Πόσο κάνει; 
-300.000.
-Το ξέρω πως η αντικειμενική του αξία σε υποχρέωνε να φορολογείσαι επί σειρά ετών για τεκμαρτή αξία 300.000, αυτά είναι όμως για τους λογιστές όχι για εμένα.. Λοιπόν για να μην κουραζόμαστε για 200.000 στο ''πιάνω'' και άντε βρες το δίκιο σου όπου θέλεις. Τα πάντα δικά μου είναι.  Λοιπόν για να τελειώνουμε.
Πόσα μου χρωστάς κανονικά; 30.000 ευρώ. Σού παίρνω λοιπόν τις 5.000, τα μετρητά σου και μένουν άλλες 25.000. Ωραία. Σου παίρνω αναγκαστικά και το σπίτι των 200.000  και είμαστε πάτσι. Και εξοφλούνται τα νιτερέσα μας. Παύουν. Και ''καθαρίζεις'' με το κράτος με την εφορία, με την κυβέρνηση και τους ξένους πάτρωνες. Λίγο το έχεις αυτό;
-...
-Αγόρι μου! Παλικάρι μου εσύ. Άντε τώρα και στο πρώτο όροφο να πάρεις και μία φορολογική ενημερότητα δώρο μπας και θέλεις να δανειστείς από καμιά τράπεζα να αγοράσεις αργότερα κανένα άλλο. Πιστέ ψηφοφόρε μου!
-... 
-Α και πού είσαι; Στο ραντεβού μας την Κυριακή των εκλογών σε θέλω ''λεβέντη'' έτσι; Σταθερότητα και σιγουριά.  Ξέρεις εσύ.
Άντε μου στο καλό …

politisg.blogspot.gr


Η υποκρισία της γραβάτας

Πόσο όμορφα ηχούν κάποιες λέξεις! Πόσο σοβαρές και σίγουρες δείχνουν καθώς ξεπετάγονται με περίσσια ευκολία από στόματα βολεμένα σε κρανία την μορφή των οποίων ο καιρός τα έχει κάνει γνώριμα και άρα ‘’αποδεκτά’’. Πόσες ελπίδες αυτές οι μορφές μπορούν πλέον να σύρουν πίσω από το κάρο όλων των ημερών τους που τρίζει τριγμούς διάλυσης σε μία οδό γεμάτη από κάθε λογής λακκούβες; 
Και εμείς; Και τι κάνουμε εμείς που ιστάμεθα ενεοί ξύνοντας την κοιλιά που αποκτήσαμε, πιστεύοντας πως η νιρβάνα της ραστώνης, που δολίως μας εδόθη, θα εξακολουθούσε να υφίσταται εις τον αιώνα τον άπαντα; Καθόμαστε και ακούμε τους κακαρισμούς των πετειναριών της πολιτικής, ελπίζοντας σαν τον τελευταίο χρήση βαρέων ουσιών πως αυτή η φορά θα είναι τελευταία. Πως αυτή την φορά εκείνη η καλοντυμένη ρωγμή του συστήματος με την ταιριαστή γραβάτα, θα μας έχει ανακαλύψει επιτέλους την αλήθεια γιατί θα έχει επιτέλους βαρεθεί το κατ’ εξακολούθησιν ψεύδος. 
Απατόμεθα και δη πλάνην οικτράν για ακόμη μία φορά, διότι το βάθος της αβύσσου είναι απροσμέτρητον και η φαυλότητα των εκάστοτε κυβερνώντων το συναγωνίζεται επαξίως. Χαμόγελα μέχρι τις άκρες του προσώπου και πάγια έλλειψη συνετής ειλικρίνειας. 
Αν γνωρίζατε, συνειδητά απρεπείς, πόσο ασυνείδητοι μοιάζετε στα μάτια μας, θα ντρεπόσαστε τον κάθε σας αδήλωτο πάμφθηνο φόβο και ο φθηνός φόβος σας να ξέρετε πως ξέρουμε πως έχει να κάνει, με όλα εκείνα που κρυφίως αποδέχεσθε στις μεταξύ σας συζητήσεις. Και ως μικροί άνθρωποι πράττετε ορθώς, διότι κάθε ένας από εμάς μπορεί, και αν θέλετε δικαιούται, να είναι τιποτένιος, πλην εκείνων όμως που βαυκαλίζονται τις άξιες αξίες γιατί εκτός από τιποτένιοι γίνονται και υποκριτές και από κάποια άλλη έννοια γλύφτες.
Εδώ κάλλιστα θα μπορούσαμε να κάναμε μία στάση και να γελούσαμε γέλια πικραμένα, καθότι η υποκρισία στις μέρες μας αποτελεί εφόδιο και ίσως προϋπόθεση διακυβέρνησης. Πίσω από κάθε λόγο, πλάι από κάθε ανάσα και από κάθε σας κίνηση, κρύβεται μία απάτη, ένα ψέμα, μια υποχρέωση και φταίμε όλοι εμείς για το κατάντημα το δικό σας γιατί είσθε όλοι παιδιά μας. Παιδιά μιάς σάπιας νοοτροπίας που εξυμνεί το ιδιοτελές. 
Η πολιτική δεν μπορεί να είναι επάγγελμα, μπορεί απεναντίας να είναι υπερήφανη υπηρεσία, δοξασμένη αλτρουιστική πράξη εκείνων που κατέχουν τις ικανότητες και έχουν αυταπόδεικτες βαθύτατες συναισθήσεις των ευθυνών τους. 
Γελάτε φίλοι μου ασφαλώς και καλά κάνετε, διότι εδώ δεν γράφουμε βιβλίο, εδώ μιλάμε για την Ελλάδα… Μιλάμε ακόμη και την αλήθεια η οποία έχει καλώς ή κακώς πολλαπλές ορθές θέσεις, θέσεις οι οποίες στηρίζονται με ισάριθμα επιχειρήματα τα οποία εδρεύουν με ασφάλεια σε τσιμεντένιες βάσεις. Η κάθε πρόταση του κάθε εκλεγμένου έχει μία αλήθεια και ένα ψέμα. Μπορεί και πολλές αλήθειες και άλλα τόσα ψέματα. Είναι στην κρίση του καθενός εξ’ ημών και υμών και όλων εκείνων που διαφεντεύουν με την ανοχή την δική μας τις τύχες μας, να επιλέξει την ‘’πρέπουσα’’ λύση, την ‘’αρεστή’’, την ‘’συμφέρουσα’’(!) και ενώ η επιλογή του εκάστοτε αυτού εκλεγμένου υπευθύνου οφείλει να επηρεάζεται από συλλογικό-δημόσιο συμφέρον, κυριαρχεί αδιακρίτως το βλέμμα στο ίδιο μέλλον, εξυπηρετώντας σκοπούς δράσεις υπόγειων συμφερόντων. Η απόφαση λαμβάνεται λοιπόν και εκτελείται υπό το πρίσμα των αληθοφανών επιχειρημάτων την ώρα που έχουν ξεψαχνιστεί προηγουμένως όλα τα ενδεχόμενα του παράπλευρου κέρδους. Αν αυτή η αλήθεια δεν μας βολεύει επιλέγουμε την επόμενη που θα καλλωπίσει και το προφίλ μας λιγάκι και έχουμε την δυνατότητα να την υποστηρίξουμε με πάθος. Αν θα μου πουν αυτό, θα απαντήσω εκείνο που είναι και αληθές ασχέτως εάν δεν συνάδει με το κύτταρο της ουσίας του θέματος. Ξεφεύγω. Δεν με στριμώχνουν! Βγαίνω και λάδι… Συντηρούμαι, απολαμβάνω, προβάλλομαι, αγωνίζομαι σθεναρά επιμένοντας σε όλα αυτά που κι εγώ δεν πιστεύω, αλλά που μπορώ να τα υπερασπίζομαι και να βγαίνω κερδισμένος. Ποικιλοτρόπως. 
Ε.., πολιτικάντηδες;  
Κάποτε όμως θα πρέπει να καταλάβετε πως η μέρες της βροχών έχουν περάσει, Έχει έρθει η εποχή της σιέλου. Σας φτύνουμε αγαπητοί, δεν βρέχει. Σας φτύνουμε από όλα τα μπαλκόνια και αν δεν νοιώθετε το σάλιο μας, φταίει το χοντρό σας πετσί, που σας έχει επιβάλλει η θέση σας και η ανάγκη σας για εξουσία, η υποταγή σας στην μονοθέατη δόξα σας, η μάταιη ελπίδα σας στην πένα του ιστορικού της παράταξής σας ή η απροσμέτρητη βλακεία σας πως κάτι προσφέρετε σε όλους εμάς που αναγκαστικά σας ταΐζουμε, σας ποτίζουμε, και σας ανεχόμαστε, γιατί ακόμη η ‘’ωριμότητα’’ είναι μια λέξη που δεν μας ταιριάζει. Δυστυχώς. Πότε μας πέφτει κοντή και πότε μακριά και αταίριαστη. 
Μα είμαστε τόσο μακρινοί ξενύχτες; 
Όχι, γνωρίζουμε αλλά η αρετή θέλει τόλμη όπως έλεγαν και οι παλαιότεροι και εμείς -ως σύνολο- από ‘’τόλμη’’ ακόμη μαθαίνουμε. Μπορεί και να έχουμε και δίκιο γιατί όπως ξεκαθαρίσαμε από την αρχή το κάθε νόμισμα έχει πολύ περισσότερες από δύο όψεις. Ποιόν να πιστέψεις; Σε ποιόν να αφήσεις τις εναπομείνασες ελπίδες σου; Σε ποιόν; Σε εκείνον που τα λέει καλύτερα; Στον άλλον που ομολογεί τον αληθινό του έρωτα με την ντομπροσύνη; Πίσω από ποιο  χαμόγελο δεν ελλοχεύει η άλλη αλήθεια; 
Αναρωτιέμαι ψάχνοντας λύση, ποιο ‘’μάτι’’, ποιανού ανθρώπου στέκεται αμετακίνητο, όταν η γυναίκα του γείτονα πετάει τα ρούχα της από το μπαλκόνι;   
Απαντώ: 
Το μάτι εκείνου που είναι χορτάτος. Το ‘’μάτι’’ εκείνου που έχει δει το ‘’άλλο’’ νόημα και έχει απορρίψει την ανηθικότητα γιατί την έχει πρωτίστως σιχαθεί πιθανώς γιατί την βιώσει. Το ‘’μάτι’’ του πρωταγωνιστή επίσης, της ταινίας που θαυμάσαμε το προηγούμενο σαββατόβραδο στο κινηματογράφο αγκαλιά με την φίλη, την κόρη, ή την γυναίκα μας. Το ‘’μάτι’’ του ήρωα του βιβλίου που ξεφυλλίσαμε το καλοκαίρι στην παραλία. Το ‘’μάτι’’ του κάθε φανταστικού πρόσωπου που έρχεται στον νου μας όταν έχουμε την ειλικρινή διάθεση της αυτοκριτικής, και την μεγάλη όρεξη να φτιάξουμε ακόμη ένα όνειρο χαζεύοντας στα ανάσκελα τα αστέρια του ουρανού, γιατί αν δεν το καταλάβατε η λύτρωση θα έρθει μόνο από την πλήρη συναίσθηση της μισητής πολιτικής πραγματικότητας και το όραμα όλων εκείνων που τα ‘’μάτια’’ τους έχουν χορτάσει πλέον ‘’γυμνό’’ και η ‘’κοιλιά’’ τους πάει να σπάσει από το μεγάλο εξαίσιο γεύμα της απροσμέτρητης απληστίας… 

politisg.blogspot.gr


Αυτές οι υπέροχες σχέσεις...

                                 

Μιλάω για εκείνες τις σχέσεις -τις νόμιμες ή τις παράνομες- που μέσα από την ωριμότητα του χαρακτήρα των ατόμων που τις συνθέτουν στέκουν ορθές και πασίζηλες στο βάθος του χρόνου. Για αυτές που μέσα από την μοναδικότητά τους αναδεικνύονται σε σπάνιες, υπέροχες και μοναδικές, για τις σχέσεις που τους αρκεί ένα κερί και ένα χέρι για να οδηγήσει τον τυχερό/η στα αχνάρια του κορμιού, στην αργή λιτανεία του έρωτα και της απαράμιλλης ομορφιάς του βαθέως συναισθήματος. Οι σχέσεις αυτές, αντέχουν τα πάντα γιατί περιέχουν τα πάντα. Αγάπη, απόλυτη ελευθερία, ενδιαφέρον και σεξ. Όχι έρωτα.
Μα γίνεται αυτό;
Ασφαλώς και γίνεται όταν οι εμπλεκόμενοι έχουν άρτιους χαρακτήρες και μπορούν να αποδεχθούν με άνεση, με χιούμορ, με κατανόηση, τα προτερήματα και τα ελαττώματά τους. Όταν δεν έχουν κάτι να χωρίσουν  κάτι άλλο να απαιτήσουν η κάποιον άλλο εαυτό να υποδυθούν.
Ποιος είναι εκείνος που είναι τέλειος;
Ποιος είναι εκείνος που θα άντεχε έναν τέλειο άνθρωπο πλάι του;
Ποιος χρειάζεται έναν τέλειο σύντροφο και εν κατακλείδι και πόσοι από εμάς θα είχαμε την δυνατότητα να παραμείνουμε ''όρθιοι'' δίπλα από κάποιον τέτοιο/α;
Πιστεύω πως ελάχιστοι και αν το καλοσκεφθείτε θα συμφωνήσετε μαζί μου γιατί το άριστο φανερώνει όλες τις αδυναμίες που υπάρχουν στο πλάι του και πλάι του, θα είμαστε εμείς που δεν είμαστε τέλειοι!
Υπάρχουν εκείνες οι γυναίκες που παραμένουν όμορφες μέσα από όλα τα χρόνια τους. Σίγουρα υπάρχουν, γιατί η αριστοκρατικότητα περιέχει αίγλη ανεξίτηλη καθώς και συμπόνια στο συναίσθημα, Αυτή ακριβώς η αδιασάλευτη κατανόηση που συμπονεί, διατηρεί στο ακαίρεο την εκτίμηση. Αρετή η γλυκύτητα του βλέμματος, το ίδιο και το χάδι στο μάγουλο του φίλου που πέρασε να πιει καφέ μετά από πέντε ολόκληρα χρόνια, ίσως γιατί έλειπε ή γιατί υπήρχε κάπου μακριά βολεμένος στα σεντόνια μίας σχέσης που μπορεί να μην του ταίριαζε ή που του ταίριαζε για κάμποσο και τώρα βαρέθηκε και βρέθηκε εδώ για να ομολογήσει όλα εκείνα που δεν μπορεί να πει πουθενά αλλού.
Αβάσταχτη η ομορφιά της μανόλιας που ξεπηδάει με ανεμελιά από το κορμί της φίλης που κάποτε πριν από αμέτρητα χρόνια μοιραζόταν το κρεββάτι του μαζί της... Αβάσταχτη.
Για αυτές τις σχέσεις μιλώ. Για αυτές τις υπέροχες!
Για αυτές τις σπάνιες, που μπορείς απλά να γελάς στο καφέ, στο τσάι, στον λαιμό ή στα πόδια της πάνω, στην ψυχή ή στο κορμί της μέσα, χωρίς να χρειάζεται να πει κανένας τίποτα γιατί όλα είναι ειπωμένα σε παρελθόντα ιστορικά. Και η γύμνια και η περηφάνια και ο χρόνος με τις φθορές που έχει φέρει, έχουν όλα αντικατασταθεί από τον εμφανή θαυμασμό που προβάλει διακριτικά αδιάκριτος από την χαραμάδα της πόρτας μιας σχέσης, που ποτέ δεν πρόκειται να σφαλίσει γιατί έχει μάθει να μην απαιτεί.
Είναι όμορφα να μας θαυμάζουν. Πολύ όμορφα. Ίσως οι περισσότεροι από εμάς αυτό να ζητούν. Την αποδοχή, την σπουδαιότητα του ατόμου τους στα μάτια του άλλου. Και μάλλον αυτό είναι το κλειδί που ξεκλειδώνει το αμπάρι της άφεσης. Η σιγουριά! Το σίγουρο της αποδοχής και της μη κρίσης, της μη χρέωσης του οτιδήποτε. Η απόλυτη κατανόηση των πάντων.
Η αψάδα του πρότερου πάθους έχει μεταλλαχθεί σε κάτι αλλιώτικο, σε κάτι με ρίζες βαθιές που απομυζά ζωή από την ανάγκη, που βρίσκεται πολύ μακρύτερα από την πρόθεση της υπεροχής και ακόμη και από αυτή της επιβολής. Πολύ σπουδαία και τα δύο και άρα δυσεύρετα.
Το χάδι στο μάγουλο δεν σημαίνει πρόταση. Τίποτα δεν σημαίνει εκτός από κατάφαση και συμπάσχουσα διάθεση. Τα γυναικεία πόδια που δείχνουν το βάθος τους υπονοούν άνεση, γνώση και ελεύθερο πνεύμα. Το γέλιο το ίδιο. Ανάταση ψυχική και ευμάρεια μιας θέλησης που ασφαλώς και μπορεί να καταλήξει, που όμως αν θα το κάνει θα το κάνει χωρίς υστερόβουλη σκέψη, χωρίς γουρουνιά, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το στόμα θα έπινε μία ακόμη γουλιά νερού. Με την ίδια ακριβώς φυσικότητα. Και εκεί ακριβώς είναι η ειδοποιός διαφορά! Όταν έχεις όλο το καλάθι με τα φρούτα δικό σου και μπορείς όποτε θέλεις να παίρνεις, το κάνεις μόνον όταν το έχεις πραγματικά ανάγκη. Έχεις ήδη πάψει να προσπαθείς να πείσεις τον ιδιοκτήτη να στο προσφέρει, πετώντας του κατά καιρούς λόγια που δεν έχεις ποτέ σου πιστέψει.
Για τέτοια σχέση μιλάω.
Θα μπορούσα ίσως να πέσω στα γόνατά της παλιάς φίλης γελώντας στις κλειδώσεις τους για το πόσο μου είχε λείψει ένας σπέσιαλ έρωτας. Θα μπορούσα ακόμη να της μιλήσω για την ομορφιά του νόστου μέσα στα κακαρίσματα της ευθυμίας της, την ώρα θα με ρώταγε τι έχω κατά νου να της κάνω και αν καθόλου δεν ντρέπομαι.
Άβυσσος το μυαλό της γυναίκας, φίλοι μου. Ευτυχής όποιος καταφέρει να σπάσει το κύκλο των μυστικών της και να περάσει μέσα στον πυρήνα της ουσιαστικής σκέψης της. Τότε και μόνον τότε, θα μπορέσει να νιώσει την ευεργετική ευγνωμοσύνη της και να πάρει το σύνολο του κορμιού της. Και το λέω αυτό γιατί η γυναίκα κρατάει μυστικά σχεδόν ακόμα και από τον εαυτό της. Τα κρύβει απερίσκεπτα ελαφρώνοντας τα βάρη της. Δεν το θέλει, η φύση της την καλεί που ρέπει μονάχα στο καλό και στο όμορφο. Το κλειδί είναι το μέγα το ζητούμενο. Το κλειδί που δεν το δίνει εκείνη, μα που το παίρνουμε εμείς, αν είμαστε ικανοί και άξιοι. Τότε μιλάμε γι΄ αυτή καθ' εαυτή την ουσία της υπέροχης σχέσης που έχει κατά πολύ ξεπεράσει τα όριά της.
-Θες να με πάρεις;
-Δεν ξέρω έτσι όπως σε βλέπω μ' αρέσεις.
Ακόμα στα γόνατα είμαι, μεταξύ αυτής, των καναπέδων και του μικρού τετράγωνου τραπεζιού που είχε βολεμένο στο σαλόνι της από τότε που την γνώρισα στο ίδιο ακριβώς σημείο. Την ακούω να γελάει και να με λέει βρομιάρη και σιχαμένο. Την ερωτεύομαι με εκείνη την υπεροχή που εξυψώνει αμοιβαία αισθήματα. Ποτέ δεν με είχαν επαινέσει τόσο. Ποτέ δεν το είχαν κάνει με όμοια ειλικρίνεια.
-Είσαι ελεεινή. Της απαντάω.
Το ένα της πόδι το σήκωσε με τον ίδιο τρόπο που το σήκωνε πάντα. Σαν σπουδαία μπαλαρίνα των Μπολσόι. Δεν ήταν ούτε η κίνηση της, ούτε η άνεση, ούτε εκείνα τα γνωστά που μου φανέρωσε. Ποτέ δεν θα μπορούσαν να παίζουν όλα αυτά τον πρώτο ρόλο στο αναμενόμενο. Σχεδόν δεν τα είδα, ούτε τα πρόσεξα. Ήταν το γέλιο της, η μορφή της, η ανάσα της που γελούσε με όλη την προδιαγραφόμενη κατάσταση και εκείνη η άμυαλη ιδέα της περιπαιξιάς που ελάφραινε την την ώρα. Και οι άκρες των δακτύλων μου στα πίσω των γονάτων της, ήταν που με συνεπήρε κι αυτή με την σειρά της.
Ελπίζω να με καταλαβαίνετε.
Εκείνη την ώρα που κανείς δεν διεκδικεί, που κανείς δεν απαιτεί, που απλά συμβαίνει, ο ουρανός χαμηλώνει υποκλινόμενος στην ομορφιά της σύμπνοιας, της συνεννόησης, της αρμονίας, και της αγάπης. Όχι του έρωτα. Εδώ δεν υπάρχει έρωτας με την πνευματική έννοια του όρου. Το ζευγάρι τον έχει ξεπεράσει, αφού τον έχει ζήσει. Και οι δυο τους είχαν συντρόφους μετά το τέλος του, αλλά κατάφεραν και έμειναν πλάι σαν δύο περίεργα αδέλφια που αιμομικτούν κατά συρροήν αμετανόητοι νομίμως.
-Παραμένεις τρισάθλιος να το ξέρεις!
-Και εσύ ελεεινή.
-Με γλυκόλογα δεν με κόβεις. Γελάει όμορφα όταν το λέει. Δυο λευκές σειρές τα δόντια της συναρπάζουν. Εκεί στάθηκε το βλέμμα μου.
Οι αναμνήσεις θα μπορούσαν να είχαν τον πρώτο λόγο αν οι προθέσεις και των δύο μας δεν ήταν τόσο εμφανείς. Παίζαμε σαν δύο παιδιά προσχολικής ηλικίας.
Τις αγάπες να ξέρετε, οι λεπτές ανοησίες τις τρέφουν. Οι γλυκιές βλακείες ενώνουν τα ζευγάρια.Τα γέλια του ξεγυμνώματος της ψυχής, τα άδολα, τα γεμάτα σιγουριά, τα γεμάτα ευγνωμοσύνη και ευαρέσκειες.
Μεγαλώνει ποτέ ο άνθρωπος; Σίγουρα όχι, αν έχει λόγους να μην το κάνει. Και αιτίες.
Ούτε το στόμα της έκλεισε, ούτε το χαμόγελό της έπαψε, ούτε τα μάτια της πετάρισε. Τίποτα. Μια ανάσα μοναχά πήρε και την κράτησε σαν κάτι το πολύτιμο. Μου άρεσε αυτό, δεν μπορώ να πω ψέμματα. Μου άρεσε η μορφή της. Ανέκαθεν όπως κι αν ήταν.
Ήμουν ήδη μέσα της με την ίδια απλότητα και την σιγουριά που θα περνούσα στο απέναντι πεζοδρόμιο λίγες ώρες μετά τα μεσάνυχτα μετά από κάποιο μοναχικό ξενύχτι ή κάποιο ξεσάλωμα σε μπαρ πονηρό. Καπνίζοντας.
Τα χέρια της στο λαιμό μου ήταν η σύνδεση. Ο σωλήνας εκείνος που οδηγούσε με την ακρίβεια των αριθμών στις μνήμες όλων των των τρομερών στάσεων και όλων των διαχρονικών κινήσεων. Έστεκε με το χαμόγελο εκεί μόνιμα καρφωμένο στο κέντρο του προσώπου της, να αμφισβητεί όλα όσα έβλεπαν τα μάτια μου. Προς στιγμή θα μπορούσα να σκεφθώ πως με παίζει ακόμη και πως δεν αισθάνεται τίποτα από όσα νοιώθω εγώ, πως υγραίνει το αιδοίο της κατά βούληση εκπαιδευμένη από την πείρα των ''άπειρων'' εραστών της, μα το νεύρο εκείνο στους κροτάφους της που έπαιξε το πηγαινέλα του, την πρόδωσε.
Χα, νοιώθει κι εκείνη τα ίδια. Δεν μπορεί να ξεφύγει από της ανθρώπινη φύση της για χάρη της άδολης συμπόρευσης. Τον έχει ανάγκη τον έρωτα τον σίγουρο που μπορεί να απλώνεται μέσα του χωρίς να νοιάζεται για την χαλαρή σάρκα της ή το σχεδόν ανύπαρκτο στήθος της Γνωρίζει το απόλυτο των αποδοχών μου.
-Παρέμεινες ίδια.
Κουβέντες παράλληλες με τις κινήσεις.
-Ξέρεις κανέναν να αλλάζει;
-Εσείς οι γυναίκες αφήνετε μία ομίχλη γύρω σας και κάνετε την λεωφόρο να μοιάζει με μονοπάτι.
-Εσύ δεν είχες ποτέ πρόβλημα, πάντα με ανακάλυπτες...
-Εσένα μα όχι και τις υπόλοιπες.
Χρειάστηκε σε αυτό το σημείο μία παύση για μερικές αναπνοές. Οι προσδοκίες και των δυό μας ακροβατούσαν. Η μια πλευρά μας εκλιπαρούσε τέλος και η άλλη την διαιώνιση του αργού μαρτυρίου.
Το χαμόγελό της διάολε πως το κρατούσε ανέπαφο;. Τόσο εκπαιδευμένη ήταν; Δεν θυμόμουν να την είχα αφήσει έτσι. Τόσο μυαλωμένη, τόση κύρια του εαυτού της.
-Δεν μπήκες στο λαγούμι τους. Δεν τα κατάφερες να μπεις...
Έψαξα μέσα της για εκείνη την γυναικεία ικεσία που σηματοδοτεί την έλευση του οργασμού. Μάταια. Έξω από δύο ανάσες σφυριχτές και μία άλλη με ένα φθόγγο κρεμασμένο στο τέλος της δεν ανακάλυψα τίποτα άλλο. Είχε δρόμο ακόμη...
-Προσπάθησα, προσπάθησα φιλότιμα ξέρεις, μα δεν τα κατάφερα...
-Δεν διάβηκες την έρημό τους. Δεν τα κατάφερες. Ψέλλισε με αγάπη σχεδόν και κάποιο ενδιαφέρον για την ανικανότητα μου.
Η μεστότητα του κορμιού της έκρυβε ολάκερη την ιστορία της αποπλάνησης. Ο χυμένος γαλλικός στο τραπεζάκι που σκάρωνε χάρτες, τα πόδια της που είχαν τεντώσει πια σαν συρματόσχοινα, η φλέβα στο λαιμό της που επέμενε γαλάζια να κτυπά, το χρώμα της μοκέτας της, η στάλα του ιδρώτα στο πίσω μέρος της πλάτης μου που κατρακυλούσε, η κοφτή φωνή της που έπαιξε μια αιφνίδια ρε ματζόρε της δεύτερης οκτάβας και η φάλτσα δική μου που προσπάθησε να την συνοδεύσει, ολοκλήρωσε μία συνάντηση για καφέ μετά από πέντε ολόκληρα χρόνια.
Σαν να μην πέρασε μια μέρα...
Ούτε μια ώρα.



Η αλήθεια είναι πως σε μια τέτοια σχέση δεν χωράει επιβολή. Δεν έχει θέση το ''τι έκανες εχθές και το που θα είσαι αύριο'' Το μόνο που χωράει μέσα της είναι το ''σου κτυπάω το κουδούνι κι αν είσαι μέσα μου ανοίγεις''. Για αυτό και είναι σπάνιες. Γιατί ερωτοτροπούν από μόνες τους με το φεγγάρι και την ωριμότητα. Αν τύχει να περάσεις και βρεις την πόρτα τους ανοικτή περνάς απλά για να πιεις ένα καφέ και να φύγεις...
Αυτές οι σχέσεις φίλοι μου δεν ανήκουν σε κανέναν από τους δύο. Είναι σαν τα αηδόνια που δεν κάνουν σε κλουβί. Δεν είναι καμωμένες από την πάστα της σκλαβιάς. Σου δείχνουν τον παράδεισο, σε αφήνουν να τον διαβείς, αλλά όχι και να τον κατακτήσεις.
Έστω και έτσι όμως, είναι όμορφο να ξέρεις πως πάντα θα υπάρχει κάποιος/α να σε κεράσει κάτι από εκείνο το σπάνιο που σημαίνει πάνω από όλα την δική σου εξέλιξη...

Γιώργος Πολίτης-συγγραφέας
* εικόνα επιλεγμένη από www.foter.com



 Δύσκολες επιλογές (23/10/2013)



Αν προσπαθήσουμε να επιχειρήσουμε μια κατ’ αξία ταξινόμηση των κάτωθι προτάσεων είναι βέβαιον πως θα δυσκολευθούμε. Θα χρειαστούμε την βοήθεια ειδικών ψυχολόγων ώστε να διατηρήσουμε την ψυχραιμία μας σε όλες τις παράλογες λογικές που τείνουν να ανάγουν το συνεχές άκουσμα των βλακωδών επιχειρημάτων, από χαζεμένη συνήθεια, σε διαυγή σκέψη. Εάν θα προσπαθούσε κάποιος εξ’ ημών να αξιολογήσει τις κάτωθι προτάσεις, είμαι σίγουρος πως θα δυσκολευόταν να επισημάνει εκείνη που θα είχε την μεγαλύτερη αξία και ως τέτοια την προτεραιότητα της προσοχής του. Τελικά όμως νομίζω πως θα τα κατάφερνε…

1. Η Ριάνα επισκεπτόμενη την Κρήτη φορούσε μαύρο φόρεμα και προκειμένου να ανέβει κάποιο σκαλί σήκωσε το πόδι της λίγο ψηλότερα από το κανονικό. Γιατί το έκανε αυτό η πανέμορφη Ριάνα; 
2. Το μωρό της εξαδέλφης της φίλης της κουμπάρας του γείτονα είπε ‘’τα τα’’
3. Ο υπουργός υγείας κάνει πάρα πολύ σοβαρές πολιτικές δηλώσεις!
4. Ο βόθρος του πολύ κακού γείτονα ξεχείλισε. Και μυρίζει.


Σωστά το φανταστήκατε. Θα επέλεγε λοιπόν ως την πρόταση με την μεγαλύτερη αξία, εκείνη των δηλώσεων του υπουργού. Με μεγάλη δυσκολία και βραχεία κεφαλή βεβαίως, από την άλλη του βόθρου του γείτονα -που όζει κακά-, αλλά θα την επέλεγε έστω και κατηφής, ελπίζοντας ελπίδα μικράν, μιας έστω ελάχιστης ανάκαμψης της νοητικής ορθότητας του διορισμένου. Ο Άδωνις μεταξύ μας να ξέρετε, είναι ο μόνος ο οποίος θα επέπλεε εν μέσω μίας δικαστικής καταιγίδας η οποία θα αναζητούσε ευθύνες πονηρές σε συμφωνίες υπόγειες, επιπέδου κορυφής. Θα επέπλεε λευκός, λόγω μιας χαμογελαστής ελαφρότητας και ενός ειλικρινούς βλέμματος ριζωμένου στέρεα στις αγέρωχες πλάνες του. Ο μόνος κουτός. Ο μόνος ειλικρινά πλανεμένος αδαής που απαλλάσσεται λόγω υστέρησης και υπερβάλλοντος ζήλου…

Ας προχωρήσουμε…
Η τρόικα απαιτεί να κλείσει η αμυντική βιομηχανία. Συγνώμη και διορθώνω άμεσα. Όχι να κλείσει, να περάσει σε άλλα χέρια, σε διάφορο καθεστώς, την ώρα που επίκειται μέγας διαγωνισμός ύψους 4 δις από την Ινδία για προμήθεια πολεμικού υλικού… Ας σημειώσουμε πως όλα τα προγνωστικά δείχνουν πως την δουλειά θα την πάρει η Ελλάδα. Βιάζονται οι ξένοι συμβουλάτορες, να αλλάξει το καθεστώς της πολεμικής μας βιομηχανίας. Βιάζονται, αλλά για όλους εκείνους που διαφεντεύουν τις τύχες μας είναι απόλυτα λογικό να μην λέει κάτι αυτό…
Ο Σόιμπλε διακηρύσσει χαμηλόφωνα και έξω από την μακρά-λαμπρή δημοσιότητα, πως η αλλαγή νομίσματος της Ελλάδας θα μπορούσε να είναι κάποια λύση. Με αυτήν θα μπορούσε να κανονισθούν τα δύο τρίτα του χρέους μας με μόνη μας υποχρέωση ένα μνημόνιο …κάπως περισσότερο διαρκές. Μας αφήνει όμως το περιθώριο επιλογής. Ούτε επιμένει, ούτε επιβάλλει. Κύριος! Τώρα βεβαίως αν θέλουμε να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς, ούτε και αυτό είναι ικανό να πει κάτι σε εκείνους που μας κυβερνούν. 
Το μεγάλο ερώτημα είναι όμως άλλο. Άλλο και περισσότερο σοβαρό. Έχουν όλοι τους οι κυβερνώντας την χαρωπή ευθυμία του Άδωνη; Είναι τόσο αφελείς; Όχι. Δεν είναι ούτε αφελείς, ούτε κουτοί, απλά εκτελούν ως υπάλληλοι διορισμένοι τις δουλειές εκείνες που τους έχουν ανατεθεί, για τους λόγους που εμείς δεν θα μάθουμε ποτέ. Ξεπουλούν σε φάση πρώτη τα ασήμια μας και τα βρακιά μας σε δεύτερη.
Μου αρέσει που γίνομαι κακός, άπιστος και επιτιμητής των πάντων. Το προτιμώ από ανυποψίαστος και αδαής κερατάς. Χίλιες φορές να κρίνω πλέον από το αποτέλεσμα και όχι από τα ενδεχόμενα και τις ιταμές-δόλιες προβλέψεις.
Στην Νέα Υόρκη εκπρόσωποι του ελληνικού κοινοβουλίου συναντήθηκαν με αντίστοιχα μέλη του Τουρκοκυπριακού καθεστώτος. Ενδέχεται να ετοιμάζεται ένα σχέδιο Ανάν Νο2. Ποιος ξέρει και ποιος πρόκειται να μάθει τα οπισθίως τεκταινόμενα; Ποιο κανάλι τηλεοράσεως αποκαλύπτει. Ποιος πληρωμένος ‘’αμερόληπτος’’ νοιάζεται πέραν της τσέπης και του φόβου του; 
Μήπως τελικά και η επιλογή μας σχετικά με την σοβαρότερη πρόταση στην αρχή του άρθρου ήταν εξ’ αρχής λαθεμένη;
Μήπως έπρεπε να σταθούμε-αποφασίσουμε ως αξιοτέρα εκείνη του βόθρου του γείτονα; Αλλά εάν ‘ναι’, προκύπτει άμεσα ένα νέο διττό ερώτημα που μας καλεί εκ νέου να επιλέξουμε την αληθή απάντηση μεταξύ δύο νέων προτάσεων.
1. Ο ξέχειλος βόθρος του αλανιάρη γείτονα, βρομάει πολύ. Ντροπή του.
2. Η πολιτική των εκλεγμένων βρομάει περισσότερο. Αίσχος. 


Μην βιαστείτε, απαντήστε κατόπιν ωρίμου σκέψεως…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης     
politisg.blogspot.gr 





Μαμά έλα να με πάρεις...  (22/10/2013)



  Θα μπορούσε να περάσει στα ψιλότερα των γραμμάτων, έτυχε όμως να μην γίνει. Ακόμα ένα ίδρυμα στην Καλλιθέα όπου φιλοξενούσε παιδιά κλείνει λόγω έλλειψης πόρων, εξ’ αιτίας μιας οικονομικής διαμάχης του προκειμένου ιδρύματος με το ΙΚΑ της περιοχής. Ο λόγος του νιτερέσου τους μας αφήνει πραγματικά αδιάφορους. Κάποιος δεν έδωσε σε ένα φορέα που είναι ουσιαστικά κρατικός τα ανήκοντα εις αυτόν. 

Καλέ τι μας λέτε και ποιος νοιάζεται. 
Οι διαδικασίες και οι νόμοι. 
Και ποιος από εσάς δεν τα έχει στην ουσία χεσμένα και τα δύο; 
Τα παιδιά που στέκουν στην πόρτα και κοιτούν τον δρόμο. Αυτό μας νοιάζει και μάλιστα πολύ. Αυτό θα έπρεπε να νοιάζει και εσάς. 
Τα λόγια του ενός από αυτά που τηλεφώνησε κλαίγοντας στην μάνα του ήταν η αιτία της παρούσης. 
«Μαμά έλα να με πάρεις σε παρακαλώ και σου υπόσχομαι πως δεν θα σου ξαναζητήσω φαγητό» (!!!)
Συγκίνηση; Κλάμα; Ντροπή;
Επιλέξετε κύριοι αρμόδιοι και συναισθανθείτε κοιτώντας τα αξιοπρεπή τσιτωτά μούτρα σας στον πρώτο καθρέφτη που θα συναντήσετε, και αφού πάρετε μία ανάσα, εξηγείστε μας με όρους νομικούς, μεταφράζοντας τα κλάματα και την αγωνία των παιδιών σε αριθμούς πρώτα και κατόπιν σε ‘’πρέπει’’. 
Σαν να σας βλέπω σε τραπέζι στρογγυλό με σιέλ πουκάμισο όλους και γραβάτα ασορτί να παίζετε στα χέρια σας τους νόμους και τα επιχειρήματα με εντυπωσιακή άνεση, καταθέτοντας ‘ειλικρινή’ λύπη με χέρια ανοιχτά, συμπάσχουσα διάθεση με βλέμμα παρήγορο, αλλά στο τέλος να καταλήγετε γονυπετείς στους νόμους Ύψιστου. Όχι του άυλου Θεού της εκκλησίας, αυτός είναι προ πολλού ξεχασμένος, αλλά του άλλου του υλικού. Του χρήματος. Άλλωστε στο μέγιστο βάθος της κάθε περίπτωσης, για το χρήμα δεν γίνεται όλος ο καυγάς;
Τα περισσότερα λόγια είναι περιττά…  


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης             

politisg.blogspot.gr                       




Κλείστε τις χαραμάδες σας... (21/10/2013)

Ήταν θέμα χρόνου, και ίσως μάλιστα να και να άργησε κομμάτι. Σιγά-σιγά γνωριζόμαστε όλο και καλύτερα με αποτέλεσμα να ξαμολύνουν οι άμυνες και να πέφτουν οι πρώτες καρπαζιές! Το σύνηθες είναι πως ο ήχος της πρώτης τρομάζει, της δεύτερης ταράζει, της τρίτης αρχίζει να τσούζει, καθώς φέρνει μαζί με τα γέλια των δραστών και όλες τις χαρούμενες ουρές της χλεύης. Δεν είναι η καμπύλη διαχρονική κίνηση του χεριού, ούτε ο πόνος, μα ούτε και τα λόγια, είναι η αυστηρή δήλωση, η πονετική κατανόηση πως πλέον ο βαλλόμενος έχει περιέλθει στο σκαλί το κάτω. Εκείνο το σκαλί που υποχρεώνει σε δήλωση μετάνοιας και σε αποδοχή της ανωτερότητας του αντιπάλου, εν τω προκειμένω των εκπροσώπων της τρόικα. Έχουμε ξαναπεί πως …μάθανε πως πηδιόμαστε και πλακώσανε και οι γύφτοι, ε… λοιπόν, εδώ ταιριάζει. Είδανε πως γελάσαμε με την πρώτη κατραπακιά και ρίξανε και δεύτερη και να είσαστε σίγουροι πως θα ακολουθήσουν και άλλες. Δεν πα να φωνάζουμε όσο θέλουμε, ο χωριάτης είναι να μην πάρει το στραβό μήνυμα, να μην ενστερνιστεί την λάθος αντίληψη, γιατί τότε το παπούτσι δεν το βγάζει με τίποτα. Θα επιμένει να κόβει βόλτες χοροπηδηχτές στο νυφιάτικο κρεβάτι καμαρωτός.

«Αν κρυώνετε κλείστε τις χαραμάδες στα κουφώματα»
Πάρα πολύ σωστά μίλησαν οι τροικανοί. Αστειευόμενοι πιθανώς; Αυτό θα ήταν το ευτυχές σενάριο που θα έκανε απλωτές μέσα στα θολά υπονοούμενα της ειρωνείας, αλλά δεν ελέχθη με τρόπο διασκέδασης των εντυπώσεων, ελέχθη με τρόπο σαφή και σοβαρό. Η Ευρώπη διαθέτει πόρους αλλά όχι για πετρέλαιο μα για αντικατάσταση των κουφωμάτων των σπιτιών που μπάζουν! Θα μπορούσαν κάλλιστα να μας πρότειναν μπουρλέδες! Για όσους δεν γνωρίζουν είναι εκείνο το παραφουσκωμένο με βαμβάκι ή με κάτι άλλο, υφασμάτινο φίδι που βάζαμε στο κάτω μέρος της εξώπορτας. Και δεν τους λέει κανείς να πάνε να πούνε τις μα@@κίες τους εκεί που τους αποδέχονται γιατί εδώ αν δεν το έχουν καταλάβει τους έχουμε για κλ@@μο. Δεν τους λέει κανείς πως τέτοιες κουβέντες σοβαρές εμείς θα ντρεπόμαστε να τις πούμε σε κάποιο λαό γιατί δεν στέκουν ούτε καν σαν αστεία. Δεν αντιμετωπίζεται η πείνα με δακτυλίδι στομάχου!
Κάποιος θα πρέπει να τους καλέσει σε δείπνο επίσημο με δάσκαλο, πίνακα και κιμωλία, ώστε να τους μάθει το ευ φέρεσθαι, στην χώρα που γέννησε τον πολιτισμό και τους φόρεσε σακάκι στον ώμο και βρακί στον κώλο. Κάποιος θα πρέπει να τους σχεδιάσει με σχήματα απλά, στον πίνακα τον μαύρο, πως το να προσβάλεις κάποιον είναι πολύ εύκολο. Το δύσκολο είναι να πεις αυτό που θέλεις χωρίς να τον προσβάλεις και να τον κάνεις να καταλάβει.
Μέσα από όλα μας τα στραβά, που λίγο έως πολύ τα γνωρίζουμε και τα αποδεχόμαστε όλοι, προσπαθούμε να περισώσουμε εκείνο το έσχατο που μας έχει απομείνει. Την αξιοπρέπεια. Θεωρώ λοιπόν πως η αντίδραση των εντεταλμένων από όλους εμάς θα πρέπει να είναι άξια του πνεύματος του Ελληνικού καθώς η κύψις της κεφαλής δεν αξίζει σε κανέναν από εμάς.
Έχουμε τα λόγια, ας βρούμε και το θάρρος επιτέλους… Την ‘’διαδρομή την δύσκολη’’ θα την κάνουμε αργά ή γρήγορα, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, γιατί κάποτε θα στερέψουμε και εμείς από καταθέσεις και τα εδάφη μας από πλούτο και ως χώρα στραγγισμένη, να είσθε βέβαιοι πως κανείς ‘’φίλος’’ δεν θα μας θέλει…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr





Τάδε έφη Αριστοφάνης... (19/10/2013)




Γνώρισα την νέα τάση μέσα από το facebook και σας ομολογώ πως στην αρχή παραξενεύτηκα, κατόπιν όμως γέλασα ιδίως με την παραπάνω φωτογραφία την οποία και είχε αναρτήσει μία φίλη στην σελίδα που προανέφερα. Λοιπόν μέσα από όλα μας τα κακά, έχουμε την δύναμη να αυτοσαρκαζόμαστε και να γελάμε με πράγματα που μπορούμε να τα κάνουμε να φαίνονται ωραία. Και να ξέρετε πως αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Κάποιες λέξεις από μόνες τους ενέχουν επιτίμηση (χωρίς να φταίνε τα γράμματα που τις συνθέτουν πουθενά. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε) γιατί είναι βολεμένες με άσχημη σημασία στον νου μας. Έρχονται όμως κάποιες άλλες, που τις πλαισιώνουν  και ανάγουν  την δυσκολία της έκφρασής τους σε πνεύμα! Ποιος ή ποια, δεν θα χαμογελάσει με την εν λόγω επιγραφή στο τρόλεϊ; Θα πρέπει να είναι κάποιος/α  πολύ δυστυχής ώστε να μην αντιληφθεί την επαίρεση του πνεύματος, όχι του Αριστοφάνη που θεωρείται και είναι δεδομένη, αλλά της δυνατότητας της ρίμας να φωτίσει με χαμόγελο την γενική κατήφεια των ημερών. Και με αλήθεια διαχρονική, όλα να τα λέμε μεταξύ μας!

Δεν είμαι υπέρ των άνοστων δημοσιεύσεων. Δεν με αγγίζουν οι γλυκανάλατοι τυχαίοι στίχοι κάποιου σουξέ κάποιας εποχής. Πολλές φορές μάλιστα θεωρώ τις αναρτήσεις τους κακόγουστες, μου αρέσουν όμως τα λόγια εκείνα οι ρίμες εάν θέλετε ή ακόμη τα δίστιχα των τραγουδιών που θα μπορούσαν κρύβουν πνεύμα πίσω από τις λέξεις τους, προτροπές, σαρκασμούς, και σάτιρα έξυπνη για τον έρωτα την πολιτική και για την ζωή μας γενικότερα… Οι απλές αναφορές σε οτιδήποτε δεν προσδίδουν τίποτα σε κανέναν. 
Επανερχόμενος, λέγω με αφορμή το ανηρτημένο παράδειγμα, πως θα πρέπει επιτέλους να καταλάβουμε πως δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε με τις λέξεις που γλώσσα μας ανακάλυψε. Τίποτα απολύτως. Απεναντίας έχουμε να χωρίσουμε τα τσανάκια μας με την άστοχη σύνταξή τους και την άωρη προφορά τους. Ακόμη και ένα μικρό παιδί γνωρίζει την ύπαρξή τους, μόνο που δεν γνωρίζει τον χρόνο και τον τρόπο να τις χρησιμοποιεί και αυτό είναι το μόνο που τις καθιστά ‘’κακές’’ στα αυτιά τα δικά μας.
Η υποκρισία όλων ημών πως τάχα είμαστε αξιοπρεπείς κύριοι και κυρίες, η σοβαροφάνεια και όλα εκείνα που συνθέτουν το προφίλ που απαιτεί η εκάστοτε ‘σπουδαία’ περίπτωση, θα πρέπει επιτέλους να εγκαταλειφτεί ώστε να νοιώσουμε άνετοι μέσα στο σώμα και το μυαλό μας. Δεν δικαιούμεθα διδαχών σε νεώτερους, όταν εμείς δεν έχουμε καταφέρει να απολαύσουμε το μεγαλείο της ελευθερίας που μας παρέχεται. Η αρετή  δεν κρύβεται ούτε πίσω από την γραβάτα, ούτε και πίσω από το σεμνό φόρεμα. Κρύβεται αγωνιούσα πίσω κάθε επιβαλλόμενο καθωσπρεπισμό, κάτω από κάθε χαμόγελο υποχρέωσης και υφέρπει σε κάθε κατά συνθήκη χειραψία και αποδοχή.
Η λευτεριά έρχεται πρώτα από μέσα μας. Πρώτα εμείς πρέπει να νοιώσουμε το νόημά της και έπειτα να το μεταδώσουμε στους γύρω μας. Κάτω οι μάσκες λοιπόν. Ας γελάσουμε με το ευφυές της φωτογραφίας δυνατά μια και έχουμε το άλλοθι για την ευθυμία μας αυτή, καθότι, το επιχείρημα, πως την κουβέντα αυτήν δεν την είπε κανένας αλήτης του δρόμου -μα ο μέγας Αριστοφάνης-, στέκει περήφανο και ικανό να αποτρέψει την κάθε ηθικόλογη επιτίμηση!
Κι αν σε ξύνει το μουνί σου πιάσε μια ψωλή και ξύσου!
«Ααα, Σα δεν ντρέπονται  πια. Το παράκαναν!» 
«Ναι χρυσή μου, ξέφυγαν, λες και είναι μέσα στο μυαλό σου…»


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr




Θέλεις να παίξουμε; (18/10/2013)

Κανείς δεν ξέρει τι να πει. Όλα τα ενδεχόμενα είναι πεταμένα στο χαλί σαν παιχνίδια παιδικά. Κάποια από αυτά στέκουν παραπονιάρικα κάτω από την σκιά του τραπεζιού περιμένοντας την δική τους σειρά. Τα παιδιά ένα γύρω από αυτά διαλέγουν, πιάνουν κάποια, τα κοιτούν, τα βαριούνται τα αφήνουν τα ξαναπιάνουν. Συνδιαλέγονται μεταξύ τους και αποφασίζουν για την τύχη τους…

Όμως εμείς είμαστε πια προϊδεασμένοι. Έχουμε πάρει το διδακτορικό μας στην πολιτική πουστιά και στεκόμαστε αμέτοχοι βλέποντες τα παιδιά να μας παίζουν. Γνωρίζουμε εκ των προτέρων πως είμαστε μόνο παιχνίδια στα παιχνίδια τους μέσα.
Δεν πιστεύουμε. Δεν εμπιστευόμαστε. Δεν πέφτουμε στην πλάνη της πρόσκαιρης, της φρούδας  ελπίδας. Αφήνουμε τον ταραμά για την κατσίκα.
Τα πάντα είναι πιθανά και κρατούμε τις αποστάσεις της ασφαλείας που η ζωή στην Ελλάδα  μας δίδαξε στο σχολειό της μέσα με καθηγητάδες όλους αυτούς που επιμένουν πως είναι σωτήρες. 
Το ενδεχόμενο των εκλογών λένε κάποιοι πως είναι ορατό και αυτό γιατί η υποταγμένη κυβέρνηση επιτέλους στύλωσε τα πόδια. Κάποιοι άλλοι λένε πως είναι μια φάρσα, ένα παιχνίδι σικέ, που στήνεται για ακόμη μία φορά στην καμπούρα του ηλίθιου ψηφοφόρου πρώτα και κατόπιν σε εκείνη του αιώνια τυφλωμένου από το κομματικό πάθος Έλληνα. 
Κάποιοι άλλοι μας ρωτούν αν επιτέλους είδαμε πως τώρα που όλα πάνε κατ’ ευχή, το πώς ‘ανδρώθηκε’ η κυβέρνηση και τρίζει τα δόντια της στους δανειστές -κανονικά την μασέλα της τρίζει, αλλά τέλος πάντων-.
Το μόνο σίγουρο είναι πως κτίζουμε στο οικόπεδο του γείτονα. Ενός γείτονα που στάζει με το μεγάλο αζημίωτο, στάλες νερού και χαράς στον λάκκο του αμμοχάλικου ταΐζοντας το όνειρό μας, ...ιδέα, πως κάποτε θα δούμε το κάστρο μας τελειωμένο. Κι εμείς τι κάνουμε; Τον καμαρώνουμε τον γείτονα ήδη να έχει βάλει πόδι και να παίζει στο σαλόνι μας. Και σαν να μην φτάνει αυτό, χαιρόμαστε κι από πάνω που το καταδέχεται. Τέτοια βλακεία ή τέτοια ντροπή;
Εγώ προσωπικά, που είμαι και ο αφελέστερος όλων και ίσως ακόμη ο χειρότερος γνώστης των πολιτικών δρώμενων, αμφιβάλλω. Αμφιβάλλω για όλα. Έφτασα σε σημείο να μου λέει πολιτικός πως διψάει και αν δεν δω τις πέτσες να κρέμονται από το στόμα του ξεραμένες δεν τον πιστεύω, αλλά ακόμη και τότε όταν τον πλησιάσω με το ποτήρι στο χέρι, θα κρατάω ακόμη για τεράστια πισινή μήπως με ξεγελάσει και πάλι. Εκεί μας έχουνε φτάσει.
Να είσθε απολύτως βέβαιοι πως όσο μένουμε στο ευρώ, το κάνουμε γιατί μας κρατάνε και μας κρατάνε γιατί μας αρμέγουνε και όχι γιατί μας αγαπάνε. Αν αφήσουν τον Σαμαρά να κάνει εκλογές, θα τις κάνει. Αν δεν τον αφήσουν δεν θα τις κάνει. Πριν από όποια τους απόφαση θα έχουν καλύψει για τα καλά τα νώτα τους. Θα έχουν δημιουργήσει εκείνα τα ενδεχόμενα που θα μπορεί ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός να το παλέψει. Για παράδειγμα αναφέρω, μια τεράστια βαλτή, προμελετημένη κόντρα με την τρόικα, που θα κάνει τα πιόνια να μοιάσουν με βασιλιάδες στην δική τους σκακιέρα, που όποτε θελήσουν την παίρνουν -οι ξένοι πάτρωνες- και την πάνε στο σπίτι τους, στο εξωτερικό, ολόκληρη. Και μας αφήνουν σύξυλους να πέφτουμε από τα σύννεφα. Τελικά στην Ελλάδα βρέχει περισσότερο αμετανόητους έκπληκτους από βροχές...
Δεν φταίμε εμείς που σκεφτόμαστε με αυτόν τον νοσηρό τρόπο. Το δικαίωμα μας το έχουν δώσει όλοι εκείνοι –οι δικοί μας- που επιμένουν να στέκουν ορθοί από άμβωνος κομπορρημονούντες, ακόμη και εν μέσω βροχής σιέλου.
Αν ξέρανε πόσο τους έχουμε βαρεθεί…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr




Εκλογές: Επιλογή ή υποχρέωση; (17/10/2013)

Τον ηγέτη του ο κάθε λαός τον θέλει ήρωα. Τον θέλει πάνω από κάθε μικρόψυχη συμπεριφορά, περήφανο και αξιοπρεπή. Βεβαίως, πάει καιρός από τότε που κατάφερε να μας ενώσει εμάς τους έλληνες κάποιος ηγέτης. Πολύς καιρός…
Διερωτώμαι γεμάτος ειλικρίνεια, αν ένας φίλος ή κάποιος γνωστός σε μία συγκέντρωση που ελάμβανε χώρα σε μέρος δικό του μας προσέβαλε ή άφηνε με τον τρόπο του να φανεί πως δεν του είμαστε αρεστοί… πώς θα αντιδρούσαμε; Θα εξακολουθούσαμε να γελάμε περί άλλων τυρβάζοντες απολαμβάνοντας το πλούσιο μπουφέ του ή θα φεύγαμε; Θα εξακολουθούσαμε να κλείνουμε το μάτι σε εκείνους που μας αποδεχόταν αγνοώντας τον, κάνοντας τον εντελώς χαζεμένο για άλλοθι, πίνοντας από το κρασί το δικό του ή θα του λέγαμε πως αν δεν μας θέλει μια, δεν τον θέλουμε δέκα;
Η χώρα κύριοι κυβερνώντες δεν είναι το σπίτι το δικό σας. Στο δικό μας σπίτι είσαστε καλεσμένοι και σας κερνάμε από τα φαγητά τα δικά μας, αν το έχετε καταλάβει. Μπορεί να κάναμε λάθος που σας καλέσαμε, μα το αντιληφθήκαμε έστω και καθυστερημένα και σας λέμε απροκάλυπτα να φύγετε. Την πόρτα σας δείχνουμε. Σας λέμε πως δεν θέλουμε άλλο να σας ταΐζουμε, πως βαρεθήκαμε την βίζιτα των αρμένιδων που μας προσφέρετε και την κατσικομάρα σας όλη. Αφήστε κάτω τα ποτήρια μας και πηγαίνετε…
Τι ντροπή… Στέκεστε ακίνητοι και μας βλέπετε… Μας χαμογελάτε κιόλας…
Αν παρατηρούσε όλη την κατάσταση ένας μέσος πολίτης, από την γέννησή της και μετά, θα έβλεπε και ο πλέον αδαής -εξ’ ημών- καλόπιστος, πως εδώ κάτι παίζεται.
Από την ώρα που μπήκαμε στην ευρωπαϊκή ένωση με μαγειρεμένα στοιχεία, από την ώρα που καλωσορίσαμε το μνημόνιο και πάλι με μαγειρεμένα στοιχεία, (έτσι εξηγούνται και οι τόσες εκπομπές μαγειρικής στην τηλεόραση. Το ‘’έχουμε’’ το θέμα…) μέχρι ακόμη και σήμερα που με ωμά στοιχεία εξακολουθούμε την κατιούσα υπό τις κυβερνητικές διθυραμβικές ιαχές. (ειρήσθω εν παρόδω ένα γνωμικό του Μάο Τσε Τουνγκ: Αν σκύψεις κάτω από τα πόδια σου και δεις πως έχεις τέσσερα @@ μην φανταστείς πως είσαι κάτι το σπουδαίο. Πως σε γαμούνε σκέψου!). Πόσο μυαλό χρειάζεται, εκλεγμένοι, για να καταλάβετε πως μας κοροϊδεύουν όλοι οι δανειστές μας;
Δεν χρειάζεται πολύ, αλλά και περισσότερο να χρειαζόταν είμαι σίγουρος πως το έχετε. Και εδώ είναι το μεγάλο μας (σας) πρόβλημα. Δεν είστε ανόητοι, είσαστε γνώστες της όλης κατάστασης πριν ακόμη αυτή εξελιχθεί. Εσείς μπορείτε να κομπάζετε περί της πολιτικής σας δεινότητας και εμείς από την δική μας μεριά, μπορούμε να αισθανόμεθα όσο προδομένοι επιθυμούμε.
Ήδη το παιχνίδι έχει αρχίσει να ξεφεύγει από τα χέρια σας. Οι δυνατοί σας φίλοι και ίσως και όλοι εκείνοι που υποθέτω σας υποσχέθηκαν αντιμισθίες (βλέπε ΓΑΠ και διαλέξεις στο Κολούμπια) έχουν αρχίσει να εθίζονται στην ελληνική κουζίνα για τα καλά. Τρώνε και ρεύονται περδόμενοι ανασηκώνοντας αγενώς το ποδάρι (βλ. άρνηση συνάντησης με τον πρόεδρο δημοκρατίας από τον εκπρόσωπό τους κάποιο τροϊκανό υπάλληλο, γιατί δεν τον βόλευε η ώρα!) στο επίσημο γεύμα που τους παραθέτουμε επί μακρόν, γνωρίζοντες πως πριν ακόμα σηκωθούν θα ξαναπεινάσουν.
Φτάσατε στο σημείο πλέον να αντιλαμβάνεστε πως έχουμε καταλάβει πως επιτελείτε έργο και προσπαθείτε με νύχια και με δόντια να μας πείσετε περί του αντιθέτου. Πως αν δεν εσείς, τότε κάτι άλλο πολύ χειρότερο!  Αν λάβουμε σαν δεδομένο πως το χειρότερο για κάποιον που έχει ελπίδες, είναι ο θάνατος, τότε σίγουρα έχετε ακόμη πολλά επιχειρήματα. 
Κραυγάζατε για φτώχεια έξω από την ''διάσωση''…
Μα φτώχεια έχουμε και τώρα.
Ναι, αλλά θα είχατε πολύ χειρότερη!
Οι συντάξεις μας,  θα μειωθούν κι άλλο. Άλλα 6 δις μας ζητάνε οι φίλοι σας…
Ναι, αλλά χάρη σε αυτούς παίρνετε και αυτά τα λίγα που παίρνετε!
Και τα επιχειρήματα δεν έχουν τέλος. Πάντα θα υπάρχει κάτι χειρότερο του κακού μέχρι να φτάσουμε στον θάνατο. Η κινδυνολογία έχει αναχθεί σε επιχείρημα και δη σπουδαίο.
Το σίγουρο είναι ένα. Στο τέλος θα βαρέσουμε γροθιά στο μαχαίρι. Ακόμη και η χαλαρότερη πόρνη κάποτε θα πονέσει, θα βαρεθεί, θα πει φτάνει για σήμερα.
Πάρτε επιτέλους την άδεια από όλους εκείνους που σας στέκουν ορθούς, για να κάνετε εκλογές. Είναι ο μόνος τρόπος να αποκτήσετε ένα τόσο δα, άλλοθι, καθώς η δικαιολογία της βλακείας είναι ένα καμένο χαρτί στα χέρια σας μέσα. Ενέχεστε γνώση και το αδίκημα που διαπράττετε είναι ιδιώνυμο και από τα πλέον σιχαμένα. Δεν μπορεί να μην γνωρίζετε πως ο λαός -αν ήταν ποτέ με το μέρος σας- έχει πλέον μεταστραφεί. Τι φοβάστε; Την πείνα; Δεν μπορεί να σας αφήσουν ξεκρέμαστους όλοι εκείνοι που πιστά υπηρετήσατε. Θα σας κόψουν μισθό. Θα βάλουν να αγορεύετε σε κάποιο βήμα περί της ελευθερίας των λαών σε πληρωμένους κλακαδόρους ή ανίδεους μαθητίσκους. Κι εσάς τι σας νοιάζει; Φοβάστε μήπως και χαθούν οι ιδέες σας; Ε.., αυτό κι αν είναι! Θα ξεφουρνίζετε παρλαπίπες και θα παίρνετε μισθό. Ξέρετε να λέτε παρλαπίπες; Για οικονομικά; Για οικονομικά όχι, δεν θα σας αφήσουν μιλήσετε. Δεν θα το επιτρέψει ο Γιωργάκης δηλαδή… 
Η κάθε λογική λέει ο αυτονόητο. Δεν με θέλετε μια, φεύγω δέκα ρε. Βάζετε στο τέλος της φράσης σας και ένα αντρίκιο ΡΕ. Εσείς μας λέτε πως όχι. Επιμένετε να μας περάσετε στο απέναντι πεζοδρόμιο με το ζόρι. Με το ζόρι. Αυτό δεν το θέλει ούτε η γριά ΡΕ.
Φτάνει πια. Έλεος σωτήρες. Όχι άλλο σώσιμο. Κάνετε εκλογές…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr




Εξηγώντας τα αυτονόητα. (16/10/2013)

Είναι σίγουρο πως υπάρχουν πολλές μορφές βίας. Η μάνα μαλώνει το παιδί της. Είναι αναμφισβήτητα μία μορφή βίας. Αποδεκτή, ήπια, επιβαλλόμενη και με τις δύο έννοιες της λέξης. Ο λαός διαδηλώνει και απωθείται. Μια άλλη μορφή βίας για άλλους δικαιολογημένη και για άλλους αδικαιολόγητη. Ο φόνος του Φύσσα, ακόμη μία εκδοχή της, καταδικαστέα φαντάζομαι από όλους. Από την λευκή λοιπόν βία την μάνας, μέχρι την κατάμαυρη που ασκείται σε βάρος κάποιου ανθρώπου, υπάρχουν τόσες ‘αποχρώσεις’ της, όσες και μεταξύ του λευκού και του μαύρου. Είτε μας αρέσει είτε όχι. Είτε μας συμφέρει είτε όχι. Φαντάζομαι πως μέχρι εδώ συμφωνούμε.

Ο νομοθέτης έχοντας λοιπόν, μια σαφώς μεγαλύτερη-καλύτερη γνώση του γεγονότος, προέβλεψε ποινές για όσες εξ’ αυτών κατάφερε να προβλέψει –αναλόγως της βαρύτητας του εγκλήματος της κάθε μιας- και ο λαός απεδέχθη. Απεδέχθη σιωπηρά, όπως κάνει κάθε λαός που δεν διαφωνεί. Διότι αν ο λαός διαφωνεί, κατ’ αρχήν διαδηλώνει και κατόπιν καταψηφίζει. Το έχει το δικαίωμα και την γνώση αυτού του δικαιώματός του.
Ο κόσμος όμως εξελίσσεται και μαζί με αυτόν και όλες οι μορφές βίας που δεν μπορούν παρά να ακολουθούν την εξέλιξη αυτή κατά πόδας. Βεβαίως και κάποιες μορφές της παραμένουν οι ίδιες, όμως κάποιες άλλες μεταλλάσσονται, τροποποιούνται και καταλήγουν να ακροβατούν μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, με αποτέλεσμα η νομοθέτης να ‘’μένει’’ λίγο πιο πίσω… Σε κάθε περίπτωση όμως, οι διαβαθμίσεις της βίας εξακολουθούν να υπάρχουν και να διαχωρίζονται ως εξ΄ αρχής διαχωριζόταν σε πολιτικές και σε ποινικές. Για τις δεύτερες ελάχιστοι διαφωνούν.
Και ερχόμαστε στο προκείμενο. Στις πολιτικές.
Εδώ τα πράγματα είναι περισσότερο μπερδεμένα από όσο θα περίμενε κανείς. Το συμφέρον μάχεται με αξιώσεις το πραγματικό γεγονός και εξετάζει την αλήθεια από την δική του μεριά. Το κατεστημένο λοιπόν, προκειμένου να επιβληθεί, εξαγριώνει με τις οργίλες αντιδράσεις του ή με τις σπασμωδικές του κινήσεις αν προτιμάτε επί το ηπιότερον, προσπαθώντας να καταστείλει όλες τις πράξεις που θεωρεί πως ξεφεύγουν από θεμιτά όρια των ανοχών της. Εάν ομιλούσα περί ορίων νομιμότητας, θα γινόμουν σχεδόν αστείος, διότι η δικαιοσύνη είναι γνωστό τοις πάσι, πως καθυστερεί, μεροληπτεί, εξοργίζεται, αντιδρά, τιμωρεί, ωρύεται, υποχωρεί, σιωπά, συμβιβάζεται, πάντα με το ένα μάτι ανοιχτό στις υπηρεσίες των συμφερόντων της εκάστοτε κυβέρνησης. Τα περί τυφλότητάς της έχουν ταξιδέψει προ πολλού ταξίδι μακρινό, μαζί με την υπόνοια της εφηβικής παρθενίας μας… 
Εν κατακλείδι λοιπόν ‘’απολαμβάνουμε’’ και μάλλον θα εξακολουθούμε να απολαμβάνουμε επί μακρόν, τα αποτελέσματα της μεροληπτικής αντιμετώπισης των πραγμάτων από τα κόμματα της εξουσίας. Δεν ενοχλεί τόσο η πράξη, όσο η ανειλικρίνεια του λόγου της. Πιάνεις την γυναίκα σου στο κρεβάτι με κάποιον, και σου λέει πως δεν είναι αυτό που φαντάζεσαι…  Και δηλαδή τι είναι;
Τους νόμους, όπως πολύ σωστά προ ημερών είπε ο συνταγματολόγος κ. Κατρούγκαλος εκτός από τον νομοθέτη τους καταργεί και ο λαός. Πώς; Μα φυσικά με το να τους αγνοεί. Όταν μια ‘’παρανομία’’ γίνεται από όλους, ‘’καταντά’’ νομιμότητα. Αλλιώς, βούληση λαϊκή. Το κάθε κράτος θα αναγκαστεί να υποχωρήσει υπό το βάρος της κατακραυγής.
Ο λαός λοιπόν μέχρι να κερδίσει την ‘ανατροπή’ του όποιου νόμου ή της όποιας λαθεμένης αντιμετώπισής του από το κράτος, διαδηλώνει ως δικαιούται να κάνει και μέχρι να καταφέρει να ανατρέψει (εννόμως) το άδικο, θεωρείται από όλους τους καθεστωτικούς άδικος ο ίδιος! Μπορεί και τραμπούκος και αναρχικός, ίσως ακόμα και τρομοκράτης! Αρκεί να σκεφθούμε πως νόμους και κανόνες που σήμερα προσκυνά θεωρώντας δεδομένους και εκ των ουκ άνευ η δημοκρατία, ήταν κάποτε παράνομοι και άξιοι πύρινης τιμωρίας… Για παράδειγμα το δικαίωμα της απεργίας! 
Όπως και έχει το ζήτημα όμως, το σίγουρο είναι ένα: Χρειαζόμαστε πολύ δρόμο ακόμα και σαν λαός αλλά και σαν εξουσία ώστε να βρεθούμε όλοι από την ίδια μεριά ποταμού και να δούμε πως το συμφέρον μας είναι κοινό, έξω από χρήματα. 
Όχι, δεν υποβιβάζεται η επιχειρηματολογία. Έξω από χρήματα ξαναλέω.
Θα αρκούσε ίσως η παύση δια νόμου οποιασδήποτε αμοιβής προς κάθε εκλεγμένο πρόσωπο του κοινοβουλίου, ώστε να καταφέρει να βγάλει τις κομματικές-συμφεροντολογικές παρωπίδες και να καταφέρει να αρθρώσει ειλικρινή λόγο, διότι τελικά όλοι αντιλαμβανόμεθα πως το μέγιστο ζήτημα, πως η σκληρή ποδοκάκη* είναι αυτό. Όλα από εκεί ξεκινούν και εκεί καταλήγουν. Δυστυχώς.  Όποιος λοιπόν θέλει να υπηρετήσει την πατρίδα μπορεί κάλλιστα να το κάνει αμισθί. 
Έχετε ονειρευθεί ποτέ καλύτερο όνειρο;


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr


*ποδοκάκη= ξύλινος δίσκος που κρατάει τους αστραγάλους ακίνητους.



Ξαφνικές αγάπες (15/10/2013)

Θα πρέπει να έχουμε την φάτσα του ηλίθιου όλοι οι έλληνες, δεν εξηγούνται αλλιώς τα επιχειρήματα των υπευθύνων για τις σκέψεις των νέων φόρων στα ποτά, στα τσιγάρα και σε κάποια άλλα ανθυγιεινά τρόφιμα –φαντάζομαι γαριδάκια ή κάποιου άλλου παρεμφερούς τύπου σνακ-. 

Εχθές λοιπόν το μεσημέρι, άκουσα από τα χείλη κάποιου τέτοιου στον Real fm, πως οι νέοι αυτοί φόροι, εκτός από το ότι θα κάνουν καλό στα οικονομικά του ΕΟΠΥΥ για προφανείς λόγους, θα κάνουν καλό και στην υγεία των πολιτών. 
‘’Με ένα σμπάρο δυό τρυγόνια’’ ήταν αυτολεξεί η φράση του… και αυτό δεν θα ήταν και τόσο τρομερό αν δεν άφηνε να εννοηθεί με τον τρόπο της ομιλίας του, πως κατά ένα μεγάλο ποσοστό για αυτό ακριβώς τον λόγο διαβουλεύεται η κυβέρνηση της τρόικα, την νέα επιβολή τους. Κυρίως για την υγεία μας! 
Δεν λέω, μπορεί του ανθρώπου να του ξέφυγε, μπορεί επάνω στον ενθουσιασμό του να του ήρθε η ιδέα η ‘λαμπρή’ και να την ξεστόμισε ως ευφυολόγημα, πάντως εγώ προσωπικά την εξέλαβα ως κάποια εγκεφαλική παραλειτουργία του συγκεκριμένου ατόμου και πικράθηκα. Σε κανέναν δεν αξίζει τέτοια τύχη. 
Γενικά όμως, απορώ με όλα εκείνα τα ‘’τεράστια’’ μυαλά που με την εισπρακτική φούρια που τα διακατέχουν, πώς δεν σκέφθηκαν να επεκτείνουν το μέτρο διευρύνοντας το μέγεθος της πονόψυχης πολιτικής τους ακόμη πιο μακριά. Κανονικά, θα είχαν την υποχρέωση –αν νοιάζονται για την υγεία μας ως διατείνονται- να φορολογήσουν και κάθε παχύ κρέας.  Το αρνάκι για παράδειγμα λόγω χοληστερίνης! Και τον πατσά και τόσα άλλα.  Σαν να τους ακούω…
«Θα χρεώνεστε τις πέτσες από το κοτόπουλο αγαπητοί υπήκοοι με 23% ΦΠΑ διότι βλάπτουν, το στήθος το στυφό με 9% και το μπούτι το νόστιμο που το αρπάτε όλοι γρήγορα μην σας το προλάβουν, με 18%. Το κοτόπουλο όμως θα πουλιέται υποχρεωτικά ολόκληρο! Είτε ψημένο, είτε ωμό. Τα παραθυράκια στα πλαίσια της νέας μας πολιτικής θα τα κλείσουμε…» 
Επανερχόμενος σκέφτομαι, πως επίσης για τον ίδιο ακριβώς λόγο θα μπορούσαν να φορολογηθούν και τα …δυνατά φώτα. Οι λάμπες πάνω από 70 κεριά. Στραβώνουν τα μάτια και άρα επιβαρύνουν το οφθαλμολογικό του ΕΟΠΥΥ. Τα παγωμένα νερά αμέσως μετά και στο καπάκι, η τρέλα η τρελή...
Υπάρχει όμως και ο αντίλογος ο δικός μας κύριοι…
Αν αρχίσετε, αγαπητοί κυβερνώντες, μας προσέχετε τόσο πολύ, τότε θα συμβεί το άλλο. Θα πάψουμε να πεθαίνουμε και θα αναγκάζεστε να μας πληρώνετε συντάξεις. Θα τα χάνετε από αλλού. Αυτό δεν το έχετε σκεφθεί;
Α, θα τις κόψετε και αυτές. Ναι, δίκιο έχετε αυτό μου είχε διαφύγει…


Τελικά η διακυβέρνηση της χώρας είναι δύσκολη υπόθεση. Πολλές φορές καταντάει τον άνθρωπο παλιάτσο και αυτό όχι γιατί από την φύση της έχει κάποιο ελάττωμα ή κάποια περίεργη απαίτηση, όχι, συμβαίνει απλά, γιατί οι κυβερνώντες θεωρούν κατά ένα περίεργο τρόπο -όσο και αν δεν το παραδέχονται- πως το χάσιμο του φιλότιμου και η ψευτιά, πως δεν είναι απώλεια κατακριτέα, αλλά πολλαπλώς επιβραβεύσιμη και εντάσσεται ως αύτη, στα πλαίσια κάποιας ιδιότυπης άμιλλας. 

Ας πάρουμε ανάσα…
Κυβερνώντες: Κάθε φορά που θα προσπαθείτε να δικαιολογήσετε τα αδικαιολόγητα, ξευτιλίζεστε!
Κάθε φορά που προσπαθείτε να μας πείσετε, πως είναι ημέρα λαμπρή το ρομαντικό δειλινό, μας εκνευρίζετε διότι μας υποτιμάτε.
Έλεος… Φερθείτε μας κόσμια. Αντιμετωπίστε μας ως πραγματικούς αντιπάλους και όχι ως άτομα έχοντα νοητική υστέρηση.
Υ.Γ. Αγαπητοί φίλοι μην ανησυχείτε. Πριν ολοκληρώσω το άρθρο, ακούω ήδη στις βραδινές ειδήσεις του STAR ότι κάποιες ανακοινώσεις που έγιναν νωρίτερα περί υποβολής φόρων σε ποτά, σε τσιγάρα και σε κάποια είδη τροφίμων, πως δεν πρόκειται να έχουν ισχύ. Βρίσκονται απλά επί τάπητος. Συζητούνται και μόνον. Φαντάζομαι πως τα νέα μέτρα των 6 δις που επίκεινται, επισκιάζουν-αναβάλουν την επιβολή των διατροφικών μας συνηθειών επί το καλύτερον…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr





Μάθανε πως πηδιόμαστε… (14/10/2013)

Όποιος και αν είναι ο πρόεδρος της δημοκρατίας είναι ο δικός μας πρόεδρος. Μπορεί να είναι ο καλύτερος ή ο χειρότερος που έχει περάσει από αυτή την θέση, όμως ακόμη και τότε παραμένει ο δικός μας πρόεδρος. Δικαιούμεθα να συμφωνούμε, να διαφωνούμε μαζί του και να κάνουμε ό, τι άλλο θέλουμε, όντες μέλη της οικογένειας που λέγεται Ελλάδα. Δεν δικαιούται όμως κανένας υπάλληλος καμιάς τρόικας ή κανενός νομισματικού ταμείου να απαξιώνει τον ύψιστο θεσμό της ΔΙΚΗΣ μας δημοκρατίας. Αφορμή για ετούτο το άρθρο στάθηκε η είδηση που άκουσα σήμερα το πρωί από το ράδιο, πως κάποιος υπάλληλος (με την κακή έννοια) του ΔΝΤ αρνήθηκε να δει τον πρόεδρο γιατί δεν τον βόλευαν οι ώρες! 

Αυτή η αγένεια που φανερώνει το θάρρος του χωριάτη και την έπαρση του κατακτητή-λεφτά, πρέπει να μας κάνει όλους σαν έλληνες να στεναχωριόμαστε συναισθανόμενοι σε ποιους ανθρώπους χαμογελάμε, χαιρετάμε και υποχρεωτικά υποκύπτουμε. Σε ποιους τριαντάρηδες έχουμε ενδώσει και από ποιους γραβατωμένους  παίρνουμε μαθήματα ηθικής διακυβέρνησης και εντολές. Ιδίως εντολές. 
Και δεν υπάρχει κάποιος να τον καλέσει να τον ‘’τραβήξει από το αυτί’’ προσβλητικά σαν το κακό μαθητούδι που δεν σεβάστηκε, όχι τους θεσμούς της χώρας που φιλοξενείται, αλλά εκείνης της χώρας όπου εργάζεται και πληρώνεται αδρά. Και πιστεύει δηλαδή; Πως είναι αρχηγός; Γιατί αν το πιστεύει (που ασφαλώς και το κάνει) τότε κάποιοι ευθύνονται…
Αυτοί οι κάποιοι λοιπόν που αφωνούν παρά την θέλησή μου, με εξοργίζουν!


Συντάκτης Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr





Πόθοι και σκέψεις ευσεβείς... (13/10/2013)

Ας μην αυταπατώμεθα. Δεν είμαστε όλοι ίσοι και δεν ομιλώ περί φυλετικής υπεροχής του ενός από τον άλλον -ή κάτι άλλο συναφές και ομοίως απαράδεκτο-, μα ομιλώ εξετάζοντας το θέμα από την πλευρά της πάστας μας, των βαθύτερων υλικών μας, της ψυχής μας. Όχι δεν θα μπορούσε να είμαστε όλοι ίσιοι με το νόημα του σθένους. Κάποιοι από εμάς είναι γεννημένοι υπάλληλοι και κάποιοι άλλοι αφεντικά. Κάποιοι πρόβατα, κάποιοι λύκοι, και κάποιοι ηγέτες. Ε.. λοιπόν, αυτούς τους τελευταίους ψάχνουμε κοιτώντας με νόημα ο ένας το πρόσωπο του άλλου τα τελευταία χρόνια κανακεύοντας την προσωπική μας ορμή.

Μονάδες όλοι μας ενός κοπαδιού, (όχι αγέλης, διότι η αγέλη έχει τον αέρα της λευτεριάς) που είναι γεννημένο θαρρείς μονάχα να ακούει, μονάχα να ψιθυρίζει και να συναισθάνεται την κατάντια του, υπομένουμε την απαιτητικότητα και την βαρβαρότητα των αποφάσεων που διαφεντεύουν την ζωή μας. Ο βίαιος παρορμητισμός της άρνησης της αποδοχής μας, μετατρέπεται σε χαλαρή αισθησιακή αποδοχή του γεγονότος, την ώρα που το βλέμμα πίσω από την ειρωνεία του παγωμένου χαμόγελου, στωικά αναμένει, σε μία σειρά που δείχνει να αργεί για χρόνια να φέρει την βόλτα της…
Η λευτεριά έχει αξία, μα απαιτεί σεβασμό. Κάτι τόσο σπουδαίο σαν και αυτήν, δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι ευκολοδήγητο. Χρειάζεται χέρια δυνατά, μα τα χέρια απαιτούν με την σειρά τους μυαλό. Η αυτολύπηση και η γενική ανοχή, δεν συνδράμουν. Αναιρούν. Δεν απαιτείται εκδίκηση όχλος και βουητό. Δικαιοσύνη αναζητάται την ώρα της αιφνίδιας φώτισης. Αυτή είναι η ελπίδα και το έσχατο ταμπούρι. Αυτή και ο κατασταλαγμός των παθών.
Μην σας κάνει εντύπωση που δεν είναι όλοι γεννημένοι να είναι ‘’ελεύθεροι’’… Μην σας κάνει εντύπωση που κάποιοι αποζητούν την καθοδήγηση, τον φωτισμένο τον δρόμο, το μαντρί, ακόμη και το βουκέντρι… Μην σας ξενίζει που πολλοί βολεύονται στην πνευματική τους ραθυμία και απολαμβάνουν το αναφαίρετο δικαίωμα της επιλογής τους στο καφενέ της όποιας πνευματικής λιτότητας τους προσφέρεται. Αυτοί όλοι, είναι οι στρατιώτες που περιμένουν εκείνον με την έμπνευση που μέσα από τις έννομες διαδικασίες θα αποταχθεί των βολικών νόμων και θα αποδώσει επιτέλους τα τω Καίσαρι…
Και τότε κανείς δε θα αναγνωρίζει κανέναν. Όλοι θα μοιάζουμε ήρωες συναγωνιζόμενοι την αυταπάρνηση του ενός μπροστάρη. Πάντα έτσι ήμασταν όλοι μας, απλά κάποια πράγματα, ανέκαθεν τα αφήναμε ξεχασμένα…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr



Νοικάρηδες στα σπίτια μας. (12/10/2013)

Το ισπανικό μοντέλο έρχεται. Φτάνει. Φαντάζει ως το πλέον πιθανό καθώς τα χρώματά του, δεν παραπέμπουν στην πίκρα της εκπαραθύρωσης, της αιφνίδιας και υποχρεωτικής αποπομπής από τον χώρο που πότισε με αίμα ο ιδιοκτήτης, αλλά στις αποχρώσεις εκείνες τις ‘εμπορικά’ συμπαθείς και λέγοντας εμπορικά συμπαθείς αποχρώσεις, εννοώ το σύνολο όλων των υποκριτικών καταφάσεων, χειραψιών και χαμόγελων πριν το υποχρεωτικό κλείσιμο της συμφωνίας.

Κανείς ιδιοκτήτης δεν θα εκδιώκεται πλέον από τον προσωπικό του χώρο και καμία οικογένεια πλέον δεν θα μένει πλέον στο δρόμο. Πόσο όμορφα ακούγεται! Το κράτος μεριμνά –εκόν άκον- κατόπιν φυσικά της υπόδειξης-απαίτησης των ευρωπαίων δανειστών.
Όλοι οι ιδιοκτήτες που δεν δύνανται να αποπληρώσουν τα δάνειά τους θα γίνονται ενοικιαστές στα σπίτια τους μέσα. Φαντάζομαι εφ’ όσον το θέλουν, αλλά και ποιος θα πει όχι;. Ποιός θα μπει στην διαδικασία του κουβαλήματος; Κανείς. Η συντριπτική πλειοψηφία θα σκύψει το κεφάλι και αντί για δόση θα πληρώνει ενοίκιο. Βεβαίως φαντάζομαι πως τουλάχιστον θα δοθεί η δυνατότητα στους ευεργετούμενους να πουν ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους εκείνους που είχαν την φαεινή ιδέα… 
Σκέφτομαι όμως και λέω: Αν ο ατυχής ιδιοκτήτης δεν έχει την δυνατότητα της πληρωμής του ενοικίου (του όποιου το ύψος θα καθορίζεται εξ’ όσων φαντάζομαι με αντικειμενικά κριτήρια) διότι αν την είχε θα έκανε κάποιον διαφορετικό διακανονισμό, τότε τι θα γίνεται; Οτιδήποτε θα γινόταν αν νοίκιαζε κάπου αλλού, σε κάποιον τυχαίο ιδιοκτήτη και δεν πλήρωνε το ενοίκιό του. Έξωση. Ναι, αλλά σε αυτή την περίπτωση το κράτος-δανειστές (ομοουσία δυάς), θα είχαν πια το πάνω χέρι.
«Τι να σας κάνουμε αγαπητέ; Προσπαθήσαμε όσο μπορούσαμε. Δεν προσπαθήσαμε;  Παρακαλώ τώρα πηγαίνετε. Να, αυτόν το δρόμο πάρετε να μην μπερδεύεστε κιόλας»
Το αποτέλεσμα για εκείνον που δεν είχε ή δεν έχει να πληρώσει, από τα βάθη των αιώνων, ήταν ένα και μοναδικό. Η ήττα, με ότι αυτό συνεπάγεται. Ακολουθούσε και ακολουθεί λαφυραγώγηση της περιουσίας του μέχρι την ολοκληρωτική του εξαθλίωση-υποδούλωση, εκτός… εκτός και αν εύρισκε χρήματα να πληρώσει ή το σθένος να επαναστατήσει.
Λέμε τώρα…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης



politisg.blogspot.gr





Η κόσμια υποταγή (11/102913)

Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί πως θα υπήρχε έστω και μία περίπτωση να μην παρθούν νέα μέτρα; 
Κάποιοι άλλοι, όχι εμείς.
Ποιος θα υπήρχε ποτέ περίπτωση να πιστέψει σε όλα εκείνα τα λόγια των κοτζάμ σοβαρών υπουργών και μέγιστων οικονομολόγων, σε εκείνα του πρωθυπουργού και στο σύνολο των λεγομένων των βουλευτών της κυβέρνησης;
Κάποιοι άλλοι, όχι εμείς.
Ποιος πιστεύει πως τα νέα μέτρα δεν θα περάσουν;
Κάποιοι άλλοι, αλλά όχι εμείς.
Ποιος θα φανταζόταν ποτέ πως οι ξένοι δεν θα ήταν τόσο στενόμυαλοι που δεν θα επέμεναν για νέους φόρους την ώρα που όλοι οι δείκτες δείχνουν ανάποδα;
Κάποιοι άλλοι, όχι εμείς.
Ποιος θα περίμενε πως ολόκληροι άντρες που κυβερνούν μία χώρα πως δεν θα είχαν την εξυπνάδα –η ακόμη χειρότερα το σθένος- να επιβάλλουν έστω και ένα τόσο δα μικρό ‘’όχι’’ σε εκείνους που ρημάζουν τον λαό τους;
Ίσως κανένας από όλους εμάς.
Και τώρα λοιπόν, την ώρα που όλοι ‘’οι κάποιοι άλλοι’’ εξακολουθούν να πέφτουν από τα σύννεφα, ας αναλογιστούμε, πώς ήρθαν όλοι αυτοί στην εξουσία; Πώς μας κατσικώθηκε όλο αυτό το ασκέρι που εκτός από μία σαγήνη μαγική, δεν φαίνεται να έχει τίποτα άλλο. Και λέω σαγήνη μαγική, γιατί εξακολουθεί να παρίσταται με έναν εντελώς μαγικό τρόπο στην πολιτική σκηνή κομπορρημονώντας επί πλέον με αξιώσεις. 
Με ποιες αξιώσεις; 
Μα με αυτές που τους δίνουν όλοι οι ‘’κάποιοι άλλοι’’, μαζί με τους υπόλοιπους και ενδεχομένως και με εμάς, που επαναστατούμε και ανατριχιάζουμε, όταν ακούμε για ‘’στάση πληρωμών’’, για δραχμή και για όλα τα άλλα τα κακά ενδεχόμενα, που θα μας βρουν, εάν πάψουμε να είμαστε καλά παιδιά και αρνηθούμε να πιστέψουμε τον θρύλο που μιλάει για τον μπαμπούλα που βγαίνει από το πηγάδι κάθε βράδυ και τρώει τα κακά κορίτσια που αργούν να γυρίσουν σπίτι.  
Κάποτε θα πρέπει να μεγαλώσουμε όμως και να καταλάβουμε πως κανένας δεν χαρίζει τίποτα. Ούτε σε γυναίκα, ούτε και σε άντρα, πόσο δε μάλλον σε λαό. Ο δανειστής θα πάρει όσα ανταλλάγματα μπορεί παραπάνω. Συμφέρον, λέγεται αν έχετε ξεχάσει την λέξη. Ποιος χαζός θα μας χαρίσει εκείνο που βλέπει ότι μπορεί να μας πάρει; 
Αλήθεια, πόσοι Έλληνες πιστεύετε πως το 1940 συμφώνησαν με το  «ΟΧΙ» του Μεταξά, που δεν ήταν ‘’όχι’’, ήταν: ‘’Αυτό δεν μπορεί να γίνει’’, χωρίς βεβαίως να μειώνει κατ’ ελάχιστον την αξία της άρνησης.  Πόσοι λέτε λοιπόν;
Λάθος κάνετε. Ο μισός πληθυσμός! Ας συμφωνήσουμε έστω, πως ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό (όπως είναι απολύτως φυσικό) απαρνιόταν την άρνηση του Μεταξά, φανερά ή κρυφά, φοβούμενος για την ζωή των παιδιών του. Δεν κατηγορώ κανέναν γι’ αυτό, γιατί κι εγώ δεν ξέρω κάτω από κάποιες προϋποθέσεις πώς θα λειτουργούσα, οφείλω όμως να το αναφέρω. 
Καμαρώνουμε όμως για το ΟΧΙ! Το κάνουμε σημαία -και καλώς-, ‘στηριζόμαστε’ επάνω του και προχωράμε. Έτσι δεν είναι;
Και σήμερα, τώρα, αν υποθέσουμε πως θα υπήρχε το δίλλημα πόλεμος ή κόσμια υποταγή, τι φαντάζεστε πως απέδειχνε το τυχόν δημοψήφισμα; 
Ας το αφήσουμε καλύτερα και ας το ονομάσουμε ‘’μια πονεμένη ιστορία’’, γιατί αναζητώντας αξίες, θα τρίψουμε τα μούτρα μας ανακαλύπτοντας πως έχουμε ξεχάσει πού τις έχουμε φυλαγμένες… 
Η ζωή αγαπητοί μου, δεν αλλάζει, ούτε καλλιεργείται επί το ευμενέστερον λόγω πολιτισμού και προόδου για καμία χάρη, καμίας ιστορίας. Ο φόβος του θανάτου και του ‘’θανάτου’’, παραμένει ο ίδιος. Ίδιος και το ’40, όμοιος και το 2013.  Η ανθρώπινη φύση δεν αλλωτεύει την πάστα της.
Και στις μέρες μας τι γίνεται; Θαρρείτε πως ο κόσμος δεν ψήφισε κόσμια υποταγή; Και όχι μία φορά… Όχι μία φορά, διότι πίστεψε και ενδεχομένως ορθά, πως με τον άλλον δρόμο (με τον δύσκολο, εκείνον του …’40, -ας μου επιτραπεί ο παραλληλισμός-) θα ήταν πιθανώς δυσκολότερα, ασχέτως εάν την ψυχή μας θα την είχαμε υπερήφανη.  Στο τέλος είμαι σίγουρος πως ακόμη και αν δεν υποκύπταμε στο δέλεαρ της ''καλοπέρασης'', πως θα τα βρίσκαμε. Και τους ενόχους θα τιμωρούσαμε και θα ξανασηκώναμε κεφάλι. Οι έλληνες δεν είμαστε για τα δύσκολα; Έτσι δεν μας βαυκάλιζαν όλα τα χρόνια σε θρανία και παρελάσεις εθνικές με βροχή και με λιακάδα κάθε Μάρτη και Οκτώβρη; Πού πήγε εκείνη η περηφάνια; Πού βολεύτηκε; Γιατί περήφανοι δεν είμαστε τώρα! Ή μήπως κάποιοι νομίζουν πως είμαστε; 
Και ποιος είπε πως η ελευθερία ήταν ποτέ φθηνή; Ποιος την ονόμασε ποτέ εύκολη; Ποιος;
Πρέπει όλοι επιτέλους να παραδεχθούμε πως αυτή την φορά τους βαρβάρους τους αφήσαμε να περάσουν. Σκιαχτήκαμε όχι για τις ζωές μας, μα για να μην χάσουμε τα καθρεφτάκια που μας δώρισαν όλοι εκείνοι που μας θέλανε σκυφτούς καταφατητές. 
Πρέπει τουλάχιστον μεταξύ μας να έχουμε λίγη τσίπα και να ομολογούμε την κατάντια μας…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr





Ο άστεγος του Κολωνακίου (10/10/2013)

Κανείς δεν είχε προλάβει να σκεφθεί την φυσιολογία των ανθρώπων που κρατούσαν στα χέρια τους τις τύχες των ανάξιων. Κανείς δεν είχε συνδέσει την ενδεχόμενη φρενοβλάβεια με τρόπο κατηγορηματικό γιατί δεν κανείς δεν μπορούσε να στηριχτεί σε απτά νομικά ερείσματα. Ο ‘’βρομιάρης’’ έπρεπε να φύγει από τα ευγενή πεζοδρόμια όπου οι σόλες των επώνυμων παπουτσιών χαράσσουν την δική τους σινιέ ιστορία. Δεν ήταν η εκδίωξη του ενός, κατ’ ουδένα τρόπο πράξη αυτουσίως εγκληματική, διότι υπήρχε το άλλοθι της δημοσίας ευπρέπειας και το ενδεχόμενο της οδήγησης του εν λόγω απόρου με φιλανθρωπική αλαζονεία στις ανάλογες στέγες. Ήταν η άμεση -με το νόημα της βίαιης- κίνησης της εκκαθάρισης του πεζοδρομίου. Αυτή ήταν και μαζί της και η απουσία χείρας θερμής. 

Οι φθηνές εμπριμέ ακριλάν (όχι ακριλικές, ας σεβαστούμε το μέρος εις το οποίο αναφερόμεθα) κουβέρτες, θύμιζαν παρακατιανοσύνη, το ίδιο και τα ένα σωρό βαλμένα στη σειρά φθηνά και κακόγουστα για πολλούς αντικείμενα. Οι σωρευμένοι λόγοι που έσπρωξαν το ‘κατακάθι’ της κοινωνίας σε αυτήν την θέση φαντάζουν περισσότερο κόσμιοι και αναλόγως αποδεκτοί...
Η κοινωνία έχει αλλάξει αέρα. Βεβαίως ο ‘’αέρας’’ των ευγενών ήταν ανέκαθεν αλλιώτικος καθώς η χρόνια απομάκρυνση της ‘’σοφής ‘’ του μάζας από το ευρύ σώμα του λαού και τις ανάγκες του τελευταίου, έχει αποξενώσει με την κακή έννοια το θερμό ανθρωπισμό πολλών εξ αυτών. Και λέω θερμό, διότι από τον αντίθετο τον ψυχρό, κείνο του ‘’πάρε βρε’’, είμαι σίγουρος πως κανένας, εν ανάγκη, δεν θέλει να λάβει. Αυτή λοιπόν η απόδοση της αλήθειας δεν κάνει το θάρρος μας κακοποιό, ούτε και ακατάδεκτο.
Θα έπρεπε σαν άνθρωποι, σαν πολίτες σοφοί να αποδιώξουμε, να εξαλείψουμε σαν τύψη βαριά από την ψυχή μας την ίδια, το οπτικό μίασμα των καιρών μας, επαναπροσδιορίζοντας για ακόμη μία φορά το ευγενώς-κοσμίως ίστασθαι μίας περιοχής. Το ανώνυμο κράτος ενίκησε. 
Μπορεί ο συμπαθής άνθρωπος να βρήκε στέγη -εκεί που υπάρχει μέριμνα- για ένα διάστημα, μπορεί και όχι. Δεν είμαι σε θέση να το γνωρίζω. Μπορεί η θέση του αυτή να είναι μόνιμη –και μακάρι- μπορεί όμως και όχι. Τον ξέρω τον αντίλογο. ‘’Και τι να κάνει η πολιτεία; Να στέλνει τον δήμαρχο να παίρνει από το χέρι έναν-έναν;’’ Όχι αλλά μεταξύ των δύο άκρων, σίγουρα υπάρχει και άλλη οδός, μας κάνει και η κέλευθος ακόμη, όμως, όπως και να έχει, το μέγα ζήτημα παραμένει και δεν είναι άλλο από την αναλγησία ενός κράτους που συντηρείται από όλους εκείνους που δεν έχουν πρόβλημα. Πώς είναι δυνατόν να μιλήσει κανείς σε κάποιον για το κρύο του διαβόλου, όταν εκείνος δεν έχει γνωρίσει Θεό; Πώς να καταλάβει κανείς τον πόνο του δοντιού όταν δεν του έχει πονέσει μεσάνυχτα το δικό του;
Υπάρχουν ποινές που δεν μπορούν να σταθμίσουν το μέγεθος της ενοχής. Υπάρχουν αθωώσεις που στέκονται στέρεα ορθές επάνω σε τεράστιες αδικίες τόσο μεγάλες που μόνο η φαντασία θα μπορούσε να τα βάλει μαζί τους. 
Μονάχα αυτή. Αυτή και το αίσθημα του λαού…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης 
politisg.blogspot.gr





Μια εικόνα διάλυσης. (9/10/2013)

Αναγκάζομαι κάθε μήνα να πηγαίνω στην εφορία και κάθε φορά τους τελευταίους μήνες μέσα από την πηγαία αγανάκτησή μου για το ύψος του συνόλου των φόρων που πληρώνω, σκάει στο πλάι του μυαλού μου ένα κύμα συμπάθειας για το ανάσκελα πεσμένο ελληνικό κράτος.

«Περάστε κύριοι φορολογούμενοι. Πληρώστε ότι μπορείτε…»
Προσπαθώ να μην συνέλθω από τον στιγμιαίο μου ενδοτισμό στον ‘’εχθρό’’ και να σταθώ στο πλάι εκείνου του κύματος συμπαθείας ώστε να δω καλύτερα την κατάστασή του…
Το τεράστιο ισόγειο στην είσοδο της εφορίας της Νέας Σμύρνης ‘επανδρώνεται’ από δύο γυναίκες στο βάθος της αίθουσας η οποία είναι ‘ρομαντικά’ φωτισμένη προφανώς για λόγους οικονομίας. Τα έρημα γραφεία δίνουν μια εικόνα εγκατάλειψης στον χώρο, που τεκμηριώνεται από την αντήχηση που θα μπορούσε να ακούσει αν μιλούσε κάποιος από κάπως πιο μακριά. Στο βάθος, μία σειρά μερικών ατόμων με χαρτιά και φακέλους στα χέρια περιμένουν με γνώριμη υπομονή την σειρά τους. Βλέμματα αγωνίας για το μέλλον της υπόθεσής τους στέκουν όμοια όλα τα χρόνια. Αυτά δεν αλλάζουν. Η συναλλαγή με το κράτος εγκυμονεί κινδύνους…
Η μία κοπέλα, η νεαρότερη, πίσω από τον γκισέ, αριστερά, η οποία δηλώνει ασκούμενη, προσπαθεί φιλότιμα ούσα με το μέρος όλων ημών. Πάει το ύφος εκείνο των εργαζομένων το ‘περήφανο’, το αυταρχικό. Πάει το βλέμμα του ''κλειδοκράτορα'' εργαζόμενου που ήλεγχε την ισορροπία του ιερωμένου από το γνωστότατο μέρος. Πάει. Την θέση του έχει καταλάβει το βλέμμα  της συμπόρευσης, της συμπαράστασης, της αναγνώρισης των δεινών του κοσμάκη. Της κατανόησης! 
Να 'μαστε από την ίδια μεριά λοιπόν! Όλοι έλληνες μαζί. Έφοροι και φορολογούμενοι. Για δες πως κάνει η κρίση τον άνθρωπο! Κι ο φόβος το ίδιο, όλα να τα λέμε...
Επανέρχομαι.
Μια άλλη υπάλληλος, μια μεγαλύτερη γυναίκα, έξω από τα γκισέ, απέναντι από την άλλη, πίσω από ένα τραπέζι προς την δεξιά άκρη της αίθουσας, κάθεται μπροστά από δέκα περίπου ανθρώπους, πάσης ηλικίας που την περιστοιχίζουν και προσπαθεί να δώσει λύσεις, να ερμηνεύσει, να διεκπεραιώσει. Παλεύει με τα αυτονόητα των συμπαθών αδαών, αγωνίζεται αγώνα μεγάλο… Σφραγίζει, υπογράφει. Εργάζεται.
Φεύγω.
Στον πρώτο όροφο μια μεγάλη ουρά σχηματίζεται μπροστά από τα γκισέ. Πλέον των είκοσι ατόμων να πούμε. Πίσω από το τζάμι ο υπάλληλος παλεύει. Τα περισσότερα γραφεία είναι κι εδώ άδεια. Στην πίσω μεριά της αίθουσας προς την μεριά της πλάτης όλων ημών, μία ταμίας εισπράττει πίσω από τα κάγκελα και μία περισσότερη υπεύθυνη, ακριβώς απέναντί της, σε ένα ιδιαίτερο γραφείο που περιβάλλεται από τζάμια, διαχειρίζεται τις περιπτώσεις επιστροφής χρημάτων, από το υπουργείο. Στο γραφείο της επάνω στοίβα οι πολύχρωμοι φάκελοι, τα μπερδεμένα χαρτιά, οι ανθρώπινες περιπτώσεις. Θα έλεγε κανείς πως δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ περίπτωση να ασχοληθεί κάποιος με όλον αυτόν τον κυκεώνα. Τρείς άνθρωποι στο όροφο λοιπόν και ίσως ακόμη ένας που πιθανόν να διέφυγε της αντίληψής μου. Ένας τεράστιος όροφος σχεδόν αδειανός και αυτός.
Πλησιάζει η σειρά μου.
Πριν από εμένα ένας παππούς κρατάει κάποια έγγραφα στα χέρια.
Βλέπω τον υπάλληλο να σκύβει στο κενό ομιλίας του κοινού.
«Καλώς το παλικάρι» λέει στον παππού. Χαμογελάει και του απλώνει το χέρι να πάρει, να δει τα χαρτιά.
Ο παππούς τον κοιτάζει και του λέει πως δεν έχει να πληρώσει όλο το ποσόν που οφείλει να καταβάλλει. Εβδομήντα ευρώ και κάτι ψιλά, αν άκουσα καλά.
«Και πόσα έχεις;» τον ρωτά ο υπάλληλος.
«Είκοσι.»
«Ό,τι έχεις.»
Η συμφωνία επετεύχθη. Ο παππούς με το βλέμμα στην εντολή πληρωμής και το εικοσάρικο στο χέρι, προχωρούσε στο ταμείο.
«Στο καλό και να μας ξανάρθεις.» ο υπάλληλος…
Όσοι τον άκουσαν γέλασαν. Ακόμα και ο παππούς του είπε πως ''δεν παραλείψει'' ξεπερνώντας προφανώς τον εαυτό του. 
Δεν στέκομαι στην δυσκολία πληρωμής του γέροντα. Αυτό θα το κάνω κάποια άλλη φορά. Τώρα χαζεύω την εικόνα του κράτους.
Πλησιάζω και λέω στον υπάλληλο με διάθεση αστεϊσμού:
«Χρωστάω και εγώ.»
«Και όλη Ελλάδα» μου απαντάει.
«Να σε πληρώσω λοιπόν»
«Το σκέφθηκες καλά;» μου γελάει την ώρα που το έλεγα το ΑΦΜ «Πόσα θα δώσεις;» με κοιτάει.
«Και πόσα να δώσω; Η δόση, μου λέει 126,80. Να βάλω 130;»
«Χαζός είσαι; Βάλε τα ακριβώς, να πιείς με τα ρέστα και ένα καφέ.»
«Μου βάζουν και τόκους» διαπιστώνω. «Κάθε μήνα η δόση αλλάξει και γίνεται λίγο μεγαλύτερη.»
«Κωτσόβολος γίναμε αγόρι μου. Εμείς γιατί να υστερούμε;»
Πριν φύγω τον ακούω να μου λέει:
«Χαιρετισμούς στην οικογένεια..»
Γελάω σκεπτόμενος τις αλλαγές που έχει φέρει η κρίση. Δεν ήμαστε έτσι παλιά. Στην εφορία πηγαίναμε με το ‘’όπλο’’ στο χέρι.
«Καλώς το κοριτσάκι μου. Τι κάνεις; Το σκέφθηκες πριν έρθεις;»
Γυρίζω το κεφάλι μου και βλέπω μία κυρία πάνω από εξήντα να του χαμογελάει. Η ουρά από πίσω, που έχει πάρει το μήνυμα του χαβαλέ, έχει ανοίξει πηγαδάκι κουβεντιάζοντας κοινότυπες ελαφρές κουβέντες για την κατάσταση. Χασκογελάει κιόλας με τον πόνο της.
Όλοι κοιτάνε γύρω τους, κουνώντας πάνω-κάτω τα κεφάλια τους σαν τα σκυλάκια στο πίσω μέρος των παλαιών αυτοκινήτων –οι παλαιότεροι από εσάς θα τα θυμούνται-. 
Μία παρέα. Υπάλληλος εφορίας και φορολογούμενοι.
Αυτό λοιπόν ‘’το δώσε ότι έχεις’’, εμένα με κάνει να το λυπάμαι το κράτος για την κατάντια του. Με κάνει να οργίζομαι για όλους εκείνους που το κατάφεραν –όχι το έφεραν- σε αυτή την δεινή θέση. Χρόνια το προσπαθούσαν. Τσοχαντζόπουλοι, Μαντέληδες, μιζαδόροι, υπουργοί, παρατρεχάμενοι, ένθεν κακείθεν. Όλοι με χέρια μακριά σε βαθιές τσέπες και ισχνές συνειδήσεις. Ο ένας γαλουχούσε τον άλλον. Ο παλιός διαπαιδαγωγούσε τον νεότερο και πάει λέγοντας. Το έγειραν το δέντρο. Και μην φανταστείτε πως απατώμαι. Ξέρω πως το κράτος γλυκαίνει διότι αδυνατεί. Δεν το έπιασαν οι καλοσύνες του προσφάτως. Αλλά λέμε τώρα...
Το μόνο που δεν έχουν κάνει οι άνθρωποι του μάρκετινγκ του δημοσίου είναι να κρεμάσουν έξω από τις εφορίες μια ταμπέλα με ολοκόκκινα γράμματα που να προτρέπει: ‘’Προτιμήστε μας. Μας αρκεί να μας δίνετε κάθε μήνα ότι μπορείτε, να νιώθουμε πως δεν μας ξεχνάτε. Να νιώθουμε πως μας σκέφτεστε… Σας αγαπάμε και σας κατανοούμε..’’
Όλες οι υπόλοιπες, οι απειλές του κάθε διορισμένου υπουργού, είναι απλά ένας ακόμη υποχρεωτικός λεονταρισμός για τα προσχήματα, για όλους εμάς ή για την τρόικα.  Είναι μία ακόμη φωνή ενός σκύμνου που παλεύει να ανδρωθεί ώστε να γίνει κάποτε λιοντάρι…
«Θα πατάξωμεν την φοροδιαφυγή… Θα λάβωμεν μέτρα… Αυστηρότερα μέτρα..» Και από όλες αυτές τις κραυγές, στο τέλος το μόνο που επιπλέει σαν το φελλό μέσα στην τρικυμία, είναι η απέραντη ανοησία τους που ευνοεί την κάθε είδους εισπρακτική αδικία, με αποτέλεσμα να μας κάνει να τους μισούμε και να τους μαχόμαστε με κάθε θεμιτό ή αθέμιτο μέσο, την στιγμή που κάλλιστα θα μπορούσαμε όλοι μαζί σαν έθνος, να τους παρέχουμε ενσυνειδήτως και ασφαλώς, την λύπηση που αποδεδειγμένα αξίζουν!


Συντάκτης Γιώργος Πολίτης

politisg.blogspot.gr



Δίψα για εκδίκηση.

Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα μας λύπησε όλους. Μας έδειξε την εικόνα του ευάλωτου προφίλ, του ανθρώπου του οργίζεται. Σίγουρα φταίει ο ενδοτισμός της τσαντίλας και  ο ασπασμός -αυτής και μόνον αυτής- στο οπλισμένο χέρι του φονιά. Ο φονιάς δεν πήρε το θάρρος από μόνος του. Του το δώσαμε όλοι εμείς που ανεχθήκαμε την παρουσία του πλάι μας. Όλοι εμείς που κρυφογελάσαμε με τον τσαμπουκά των εκλεγμένων τους στο σύστημα, γιατί κανείς δεν πιστεύει πως όλοι εκείνοι που επικρότησαν την άνοδο της Χρυσής Αυγής στο σαθρό πολιτικό μας στερέωμα, πως έγιναν φασίστες εν μία νυκτί.

Εχθές η δημοσκόπηση που προέβαλλε ο Νίκος Χατζηνικολάου στην εκπομπή του, έδειξε πως η Χρυσή Αυγή, διατηρεί τα ποσοστά της! Εγώ προσωπικά αρνούμαι να πιστέψω στον εκφασισμό της ελληνικής φυλής, αλλά μπορώ με πολύ μεγάλη άνεση να καταλάβω το μέγεθος της οργής του. Αυτός λοιπόν ο τεράστιος θυμός του, δεν αφήνει τα ποσοστά του εν λόγω κόμματος να μειωθούν. Εκείνος που έχει χάσει δουλειά, σπίτι και που η οικογένειά του διαλύεται εμπρός στα μάτια του, είναι πασιφανές πως αδιαφορεί για τα πάντα. Εθελοτυφλεί εάν προτιμάτε. Επιλέγει χίλιες φορές την διάλυση των πάντων παρά την μετέωρη διατήρησή τους. Προτιμάει την καταστροφή του ‘ανύπαρκτου’ πλέον εαυτού του, αρκεί να συμπαρασύρει μαζί του και όλους τους εκφραστές της δικής του ζοφερής κατάστασης. Φαντάζει στα μάτια του η μόνη πιθανή εν δυνάμει εκδίκηση! Ο βρεγμένος είναι λογικό να μην νοιάζεται για το νερό. Ο εξαθλιωμένος, για τύπο του αρώματος που θα ταίριαζε στην εξαθλίωσή του. Απλώνει τα χέρια και αποζητά εκδίκηση με κάθε τρόπο. Φανατίζεται και ο ‘’δικαιολογημένος’’ αυτός φανατισμός του, οπλίζει τα χέρια των άλλων, των εκ συστήματος καραδοκούντων, εκείνων που με ‘’σώας’’ τας φρένας δρουν έχοντας πλήρη επίγνωση των πεπραγμένων τους και όραμα σκοτεινό.
Και φτάνουμε εδώ που φτάσαμε. Με ένα νεκρό, που σαν την σταγόνα ξεχείλισε το ποτήρι. Η πολιτεία πήρε την κατάσταση στα χέρια της και κυνήγησε το υπεύθυνο για την δολοφονία κόμμα. Σχεδόν το διέλυσε, όμως… τα ποσοστά του δεν κατεβαίνουν παρ’ όλη την λύπη όλων εκείνων που το στηρίζουν για τον άδικο χαμό του παλικαριού. Και δεν πέφτουν γιατί οργή τους εξακολουθεί να παραμένει ζωντανή και ίσως και επικίνδυνη, περιμένοντας ίσως ακόμη και μετά την διάλυσή της Χρυσής Αυγής, το επόμενο ανάλογο κόμμα που θα προτείνει στους αγανακτισμένους όχι διάλογο, μα εκδίκηση και μάλιστα σκληρή…


Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης




Ο στραβός γιαλός (7/10/2013)



Σήμερα το βράδυ στις 23.30 από το Star, θα έχουμε την ευκαιρία να ακούσουμε για ακόμη μία φορά την αλήθεια του κ. Στουρνάρα, την αλήθεια σταθερότητας και της υποταγής. Το περίεργο δεν είναι που αυτή η ‘’αλήθεια’’ λέγεται, διότι στόματα να λαλούν το συμφέρον όλων εκείνων που είχαν τον παρά υπήρχαν και δεν θα πάψουν ποτέ να υπάρχουν, το περίεργο είναι που θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε πως όλοι εκείνοι που υποστηρίζουν τα εκ των πραγμάτων κατακρημνισμένα επιχειρήματα, τα ασπάζονται διαρρηγνύοντας επιπλέον και τα ιμάτιά τους. Αυτό είναι και το πλέον εξωφρενικό. Η αλήθεια έχει -όπως και παλαιότερα έχουμε πει- πολλές πλευρές. Ο καθένας μπορεί να επιλέξει εκείνη που τον συμφέρει ή εκείνη που του φαίνεται περισσότερο ορθή. Εμένα μου φαίνεται πάντως πως ο λογαριασμός δεν βγαίνει. Πως ποτέ του δεν έβγαινε δηλαδή. Αρκεί να σκεφθούμε πως παλεύουμε να επαναφέρουμε το χρέος στα επίπεδα του 2009. Και γιατί ξεκινήσαμε όλη την διαδικασία; Αυτό είναι ένα άλλο θέμα.



Τρέλα λοιπόν; Τρέλα.

Και όμως υπάρχουν μεγάλα ποσοστά ανθρώπων που θεωρούν πως όλοι εμείς αρμενίζουμε στραβά. Πως τελικά ο γιαλός είναι ίσιος επειδή αυτό λένε όλοι εκείνοι που μας δανείζουν. Τα όρια όμως έχουν προ πολλού ξεπεραστεί και το μυαλό μας έχει πολλάκις υποτιμηθεί με τρόπο χυδαίο. Τελικά πρέπει να καταλάβουμε πως δεν φτάνει μονάχα να λέμε στα κλεφτά μεταξύ μας πως δεν πάει άλλο. Η συνταγή δεν πετυχαίνει, το κέικ δεν φουσκώνει πώς να το κάνουμε… 
Στο τέλος θα πρέπει όλοι να πάρουμε χαμπάρι πως οι ομάδες είναι δύο. Από την μια οι τράπεζες και οι δανειστές και από την άλλη όλοι εμείς, μπας και δούμε Θεού πρόσωπο.

Συντάκτης: Γιώργος Πολίτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου